ΜΗΔΕΙΑ
ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ
ΣΥΝΘΕΣΗ: ΣΕΠΡΕΜΒΡΙΟΣ 1998 – 1990
Όπερα σε δύο πράξεις βασισμένη στην ομώνυμη τραγωδία του Ευρυπίδη.
Μετάφραση, προσθήκες, προσαρμογή για όπερα Μίκης Θεοδωράκης.
Συμφωνική Ορχήστρα και Χορωδία της Αγίας Πετρούπολης.
Τα Πρόσωπα
ΜΗΔΕΙΑ – EMILIA TITARENKO
ΙΑΣΩΝ – NIKOLAO OSTROFSKY
ΑΙΓΕΥΣ – PETER MIGOUNOV
ΚΡΕΩΝ – WLADIMIR FELJAER
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ – JURI WOROBIOW
ΤΡΟΦΟΣ – IRINA LIOGKAJA
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ – EUGENI WITSHNEWSKII
ΚΟΡΥΦΑΙΑ – DARIA RYBAKOVA
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ
ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΜΗΔΕΙΑΣ
ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ
Σκηνή 1
(Σκοτάδι. Η τροφός και ο γυναικείο χορός παίρνουν θέση μπροστά στο σκηνικό. Το φώς τις φωτίζει απότομα με το τέλος της μουσικής.)
ΤΡΟΦΟΣ
Μακάρι η Αργώ να μη διάβαινε τις μαύρες Συμπληγάδες τραβώντας κατά την Κολχίδα. Μακάρι να μην πέφτανε τα πεύκα στις πλαγιές του Πηλίου, χτυπημένα από το τσεκούρι. Μήτε να βρίσκονταν χέρια να πιάσουν τα κουπιά, για να οδηγήσουν το πλοίο για χάρη του Πελία στην Κολχίδα με το χρυσόμαλλο το δέρας. Τότε και η κυρά μου η Μήδεια δε θα ‘φτανε στο κάστρο της Ιωλκού, ερωτοχτυπημένη για τον Ιάσονα. Μετά έπεισε τις κόρες του Πελία να σφάξουν το γονιό τους κι έτσι αναγκάστηκε να ‘ρθει να κατοικήσει στην Κόρινθο. Στην αρχή οι ντόπιοι την αγάπησαν. Με τον Ιάσονα ζούσανε αγαπημένα. Τι ευλογία αλήθεια το ταιριαστό ζευγάρι! Μα τώρα οι ντόπιοι τη μισούν. Την άφησε μόνη ο Ιάσονας, μαζί με τα παιδιά της, σε ξένη χώρα. Κι αυτός κοιμάται με τη βασιλοπούλα, του Κρέοντα την κόρη, του βασιλιά τούτης της χώρας. Άμοιρη και καταφρονεμένη, σκούζοντας, θυμάται τους όρκους του Ιάσονα και μάρτυρες βάζει τους θεούς για την προδοσία που της έλαχε να λάβει. Δεν τρώει, δεν πίνει. Με δάκρυα λιώνει το κορμί της σα σκέφτεται την αδικία. Κοιτάζει μόνο τη γή. Διστάζει να σηκώσει το κεφάλι. Δεν ακούει πια κανέναν, όπως τα βράχια στο γιαλό που μένουν αδιάφορα στο βόγγο των κυμάτων. Όλα τα πρόδωσε στον Ιάσωνα: Πατέρα, αδερφό, πατρίδα αγαπημένη. Τα πάντα! Κι αυτός τώρα την καταφρονεί. Τώρα μόνο νιώθει, μα είναι αργά, τι σημαίνει ν’ απαρνιέσαι πατρίδα και δικούς. Έφτασε ως να μισεί τα ίδια τα παιδιά της. Τι να πω; Φοβάμαι τη συμφορά. Στο μυαλό της κλώθει μεγάλο κακό. Την ξέρω! Δε θα καταπιεί την αδικία. Είναι φοβερή! Κι αλίμονο σ’ αυτόν που θα τα βάλει μαζί της. (Μπαίνουν ο ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ και τα δυο αγοράκια –τα κρατά απ’ τα δύο του χέρια- φαίνονται «πρόσχαρα κι ανέμελα».) Μα να τα παιδιά της! Έρχονται πρόσχαρα κι ανέμελα! Έχουν αθώα ψυχή! Ανυποψίαστα στην τρικυμία που συγκλονίζει την ψυχή και το νου της μητέρας.
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Πιστή δουλεύτρα εσύ της δέσποινάς μου, τι κάθεσαι στην πύλη κι ολομόναχη θρηνείς; Τη Μήδεια πως μπορείς και την αφήνεις μόνη;
ΤΡΟΦΟΣ
Γέροντα πιστέ, συνοδέ των παιδιών του Ιάσονα. συμφορές που ξεσκίζουν τ’ αφεντικά, ξεσκίζουν κι εμάς τους πιστούς δούλους. Νιώθω πόνο στην καρδιά. Κι ήρθα να κλάψω… Να πω τα πάθη της κυράς μου σε ουρανό και γή, να ξαλαφρώσω.
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Δεν έπαψε ακόμα η άμοιρη το κλάμα…
ΤΡΟΦΟΣ
Καλότυχος είσαι που δεν ξέρεις… Τα πάθη της τώρα αρχίζουν. Πίσω είναι τα μεγάλα.
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Τρελή! Τρελός είμαι να μιλώ έτσι για την κυρά μου… Όμως δεν ξέρει ακόμα τις συμφορές που την προσμένουν.
ΤΡΟΦΟΣ
Τι ξεστομίζεις γέροντα; Τι λες;
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Τίποτα! Μετάνιωσα και δε σου λέω.
ΤΡΟΦΟΣ
Δούλα κι εγώ όπως κι εσύ. Μυστικά από μένα μην κρατάς. Θα ‘χω το στόμα σφαλιστό.
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Στον ιερό ναό της Πειρώνας, εκεί που οι γέροντες κάθονται στις σκιές, άκουσα τυχαία να λένε ότι ο Κρέοντας το πήρε απόφαση να διώξει από την πόλη τη Μήδεια και τα παιδιά της. Δε θέλω όμως να το πιστέψω.
ΤΡΟΦΟΣ
Και ο Ιάσονας; Κι αν δε θέλει τη Μήδεια, όμως θα το δεχθεί για τα παιδιά του;
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Θάβουν τις παλιές συγγένειες οι καινούριες…
ΤΡΟΦΟΣ
Χαθήκαμε! Νέο κακό πάνω στο άλλο, θα μας τσακίσει.
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Καλά θα κάνεις να το κρύψεις απ’ τη κυρά. Δείχνε ήρεμη σα να μην ξέρεις.
ΤΡΟΦΟΣ
Αχ παιδιά μου εσείς αθώα, πόσο σκληρά σας φέρνεται ο γονιός σας. Άσχημο τέλος να’ χει! Όχι, δεν το λέω γιατί είναι κύρης μου. Άπονος! Άπονος για το αίμα του…
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Γνωρίζεις άνθρωπο που να μην είναι άπονος; Τώρα το μαθαίνεις πως ο καθένας αγαπά πρώτα τον εαυτό του; Κοιτάζει μόνο το συμφέρον; Ο πατέρας μισεί τα παιδιά του για το καινούριο νυφικό κρεβάτι…
ΤΡΟΦΟΣ
Πηγαίνετε, παιδιά, στο σπίτι… Κι εσύ, γέρο, κρύψε τα απ’ τη μάνα τους. Στάζει χολή η ψυχή της και είδα το βλέμμα της να το καρφώνει πάνω τους με μίσος, λες και βάζει στο νού της μεγάλο κακό… Την ξέρω καλά… Ετοιμάζει κεραυνούς. Αν είναι όμως να τους ρίξει, κάλιο να πέσουν πάνω σε εχθρούς.
ΜΗΔΕΙΑ
(Ακούγεται μέσα απ’ το σπίτι) Αχ, εγώ η άμοιρη! Συφοριασμένη! Άχ, να ‘τανε τώρα να πεθάνω…
ΧΟΡΟΣ
Ώχου! Άχ! Αλί! Αχ, αλί, παιδιά μου…
ΤΡΟΦΟΣ
Όπως φοβόμουνα, παιδάκια μου, ο θυμός πνίγει τη μάνα σας.
ΧΟΡΟΣ
Ο θυμός πνίγει τη μάνα σας…
ΤΡΟΦΟΣ
Τρέξτε μέσα, κρυφτείτε…
ΧΟΡΟΣ
Κρυφτείτε… κρυφτείτε…
ΤΡΟΦΟΣ
Μην πάτε κοντά της…
ΧΟΡΟΣ
Μην πάτε κοντά της…
ΤΡΟΦΟΣ
Προπαντός μην την κοιτάξετε στα μάτια…
ΧΟΡΟΣ
Μην την κοιτάξετε στα μάτια. Η ψυχή της έχει μανιάσει. Φυλαχτείτε…
ΤΡΟΦΟΣ
Έχει μανιάσει η ψυχή της… Φυλαχτείτε… Γρήγορα γρήγορα τρέξτε στο σπίτι. Κρυφτείτε.
ΧΟΡΟΣ
Τρέξτε στο σπίτι…
ΤΡΟΦΟΣ
Σύγνεφα μέσα της ανεβαίνουν βαριά. Δε θ’ αργήσει η καταιγίδα.
ΧΟΡΟΣ
Σύγνεφα ανεβαίνουν βαριά… Δεν θ’ αργήσει η καταιγίδα…
ΤΡΟΦΟΣ
Περήφανη ψυχή, σκληρή κι αλύγιστη! Τη δαγκάνει ο πόνος και ξεσπά. Για όλα είναι ικανή!
ΜΗΔΕΙΑ
(Μέσα από το σπίτι) Αχ, εγώ η άμοιρη, έπαθα μαύρες συμφορές. Θρηνώ και δε χορταίνω. Καταραμένα παιδιά δύστυχης μάνας… Αι να χαθείτε! Μαζί με το γονιό σας… Συθέμελα το σπίτι να χαθεί!
ΤΡΟΦΟΣ
Αλίμονο μου η βαριόμοιρη. Αλίμονο μου. Τι φταίνε τα παιδιά για του πατέρα τους το κρίμα; Γιατί, πως τα μισεί; Παιδιά μου αγαπημένα, τρέμω μην σας εύρει κακό… Βασιλιάδες κακοί, συνηθισμένοι σε προσταγές, αν τους εύρει η οργή, τους συνεπαίρνει. Δε δέχονται συμβουλές. Μόνο να δίνουν ξέρουν. Πότε θα μάθει ο άνθρωπος, αληθεία, πως όλοι πρέπει να έχουν ίσα δικαιώματα; Να φτάσω θέλω στα γεράματα δίχως μεγαλεία και δίχως συμφορές. Το μέτριο είναι καλό και ωφέλιμο για τους ανθρώπους. Η υπερβολή προσβάλει τους θνητούς. Φέρνει συχνά μεγάλες συμφορές. Θεού κατάρα πλακώνει το σπίτι.
ΧΟΡΟΣ
Της Μήδειας τις οιμωγές άκουσα κι ήρθα. Ακόμα δε γαλήνεψε. Πονώ για τις συμφορές γιατί το σπίτι αυτό το ‘χω αγαπήσει.
ΤΡΟΦΟΣ
Πάει το σπίτι, χάθηκε. Ο Ιάσονας σε ξένο κρεβάτι τώρα κοιμάται και η κυρά μου λιώνει μοναχή. Κανείς πια δεν μπορεί να της ζεστάνει την καρδιά.
ΜΗΔΕΙΑ
(Πάντα μέσα απ’ το σπίτι, όμως λίγο πιο κοντινά) Αστροπελέκι, κάψε με! Η ζωή μου χάθηκε. Χάρε, γιατί αργείς; Πάρε την πικραμένη τη ζωή μου…
ΧΟΡΟΣ
Ω Δία και Γη και Φως! Ξεσκίζει το μοιρολόι της άτυχής της νύφης. Άμυαλη είσαι Μήδεια! Παρ’ το απόφαση : Σε άλλο κρεβάτι κοιμάται ο Ιάσονας. Μην καλείς το Χάρο, γιατί γοργά θα ρθεί. Δεν το ξέρεις; Όταν ο άντρας σ’ άλλο κρεβάτι ξελογιάζεται, μόνο το Δία μπορεί να’ χεις βοηθό. Μη λιώνεις έτσι για έναν άντρα…
ΜΗΔΕΙΑ
(Από μέσα) Ω Μέγα Δία! Σεβάσμια Θέμιδα! Μάρτυρες εσείς στα πάθη που υπομένω από επίορκο και καταραμένο άντρα. Αυτός κι η νύφη του που μ’ αδικούν, στα ερείπια του σπιτιού τους να χαθούνε. Ω πατέρα! Ω πατρίδα! Ω μονάκριβε αδελφέ μου που σ’ έσφαξα με τα ίδια μου τα χέρια για την αγάπη του Ιάσονα, άτιμα χέρια… Και τώρα εξόριστη είμαι μακριά από την πατρίδα…
ΤΡΟΦΟΣ
Κράζει τη Θέμιδα! Επικαλείται το Δία! Με ευχές και κατάρες. Σημάδια σκοτεινά που προμηνούν μεγάλες συμφορές…
ΧΟΡΟΣ
Πρέπει να τη δούμε, να της μιλήσουμε και να την πείσουμε. Τα λόγια μαλακώνουν την οργή και τον πόνο της ψυχής. Λοιπόν σύρε και φερ’ την κοντά μας. Την αγαπούμε! Τρέξε πριν κάνει κακό στα παιδιά της ανεπανόρθωτο. Νιώθω τον πόνο της να γιγαντώνει ασυγκράτητος.
ΤΡΟΦΟΣ
Πάω! Θα προσπαθήσω να την πείσω. Αν και σωστή λέαινα που μόλις γέννησε, άγριο βλέμμα γύρω ρίχνει στους σκλάβους που την κοιτάζουν. Σκέφτομαι τώρα πόσα τραγούδια υπάρχουν για να συνοδεύουν τις γιορτές των θνητών. Όμως κανένας δε σκέφτηκε ένα τραγούδι που να γιατρεύει τον αφόρητο πόνο… Τις πίκρες που φέρνουν συμφορές και δυστυχία στα σπίτια… Κι όμως τις λύπες έχουν συμφέρον να γιατρεύουν οι θνητοί.
(Πηγαίνει προς το σπίτι, ανοίγει την πόρτα και μπαίνει μέσα)
ΧΟΡΟΣ
Θρήνους ακούω και στεναγμούς. Σκούζει και καταριέται τον γαμπρό που αρνήθηκε τους όρκους του. Κράζει τώρα στη Θέμιδα που κάθεται πλάι στο Δία, φρουρός των όρκων. Όμως αυτή, η Θέμις, την πέρασε μεσ’ απ’ τα στενά τα Δαρδανέλια νύχτα για να την οδηγήσει στο αρμυρό το πέλαγο, το ατελείωτο.
(Η μεγάλη πόρτα ανοίγει διάπλατα και φαίνεται η Μήδεια. Στέκεται μια στιγμή και μετά προχωρεί ορμητικά προς τις γυναίκες. Την ακολουθεί η Τροφός διακριτικά.)
Σκηνή 2
ΜΗΔΕΙΑ
Γυναίκες της Κορίνθου! Να’ μαι μπροστά σας! Για να μη λέτε λόγο κακό για μένα. Ο περήφανος φαντάζει στα μάτια του κόσμου ακατάδεχτος όταν στον εαυτό του κλείνεται… Δίκαιοι δεν είναι οι άνθρωποι, αφού χωρίς να γνωρίσουν την καρδιά του άλλου τον μισούν κι ας μην έχουν πάθει απ’ αυτόν κανένα κακό. Γι’ αυτό ο ξένος πρέπει να συμμορφώνεται στον ξένο τόπο. Όμως ούτε τον ντόπιο επαινώ, τον αλαζόνα που πικραίνει τους δικούς του. Ρήμαξε η ψυχή μου στο ανέλπιστο κακό που με βρήκε… Χαρά δεν έχω για να ζήσω. Μόνο το θάνατο αποζητώ… Είχα έναν άντρα που ήταν όλα για μένα. Πώς να ζήσω που αποδείχτηκε αισχρός; Ω δύστυχη γυναίκα που έχεις νου και ψυχή κι όμως ένα τίποτα είσαι. Πληρώνουμε ακριβά για ν’ αγοράσουμε τον άντρα και να τον κάνουμε αφέντη του κορμιού μας. Να ποια είναι η πιο πικρή μας συμφορά. Κι αν βγει άγριος ή ήμερος, πώς να το ξέρουμε; Όσο κακός κι αν βγεί στο τέλος, δεν είναι έντιμο για την γυναίκα να τον αφήσει. Μήπως την δίδαξαν οι δικοί της για τον άντρα που θα πάρει; Πρέπει η δόλια να μαντεύει τις συνήθειές του στο νέο σπίτι γιατί δεν ξέρει αν πήρε άντρα καλόν ή κακό. Κι όταν το μάθει είναι πια αργά. Δεν είναι σωστό να χωρίζει γυναίκα τον άντρα, αλλά να υποτάσσεται. Κι αν τύχει και βγει καλός, όλα καλά. Ειδεμή, καλύτερος ο θάνατος. Ο άντρας, αν τον στενοχωρεί το σπίτι, ελεύθερος είναι να βγει έξω με φίλους. Εμάς το μάτι μας πρέπει να πέφτει μοναχά σ’ έναν άνθρωπο. Λένε πως εμείς ζούμε σε ασφάλεια ενώ εκείνοι με τα κοντάρια πολεμούν και κινδυνεύουν. Σκέψη κουτή. Κάλιο τρείς φορές να σταθώ πλάι σε ασπίδα πολεμιστή, παρά μια φορά να γεννήσω. (Στρέφεται προς τις γυναίκες) Όμως οι σκέψεις μας διαφέρουν. Γιατί εσύ έχεις πατρίδα, σπίτι, πατρικό αγαπημένα πρόσωπα. Έρημη είμαι εγώ, εξόριστη, χωρίς πατρίδα, με άντρα που με καταφρονεί, ενώ εκείνος μ’ άρπαξε από τον βάρβαρο τον τόπο μου. Δεν έχω μάνα. Δεν έχω αδερφό ούτε συγγενή, δεν έχω λιμάνι ν’ αράξω να γλιτώσω την καταιγίδα… Λοιπόν, μια χάρη σου ζητώ. Για τούτα τα κακά, ψάχνω να βρω τρόπο να εκδικηθώ. Να πληρώσει όπως πρέπει ο άντρας που με πρόδωσε, η νέα του νύφη κι ο γονιός της. Λοιπόν, εσύ βλέπε και μη μιλάς! Μπορεί τα όπλα να φοβάται η γυναίκα κι ανυπεράσπιστη μένει. Όμως όταν της πάρουν τον άντρα, δεν υπάρχει τότε ψυχή πιο αιμοβόρα!
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Θα κάνω ό, τι μου πεις! Το δίκιο είναι μαζί σου! Ο άντρας πρέπει να τιμωρηθεί! Και δεν απορώ που θρηνείς τις συμφορές σου… (Μπαίνει αργά ο Κρέων με τη συνοδεία του : Χορός Αντρών) Μα να! Βλέπω τον Κρέοντα, τον βασιλιά τούτης της χώρας. Έρχεται να σου πει τους νέους ορισμούς του!
Σκηνή 3
(Ο Κρέων πλησιάζει με δύναμη και θυμό τη Μήδεια)
ΚΡΕΩΝ
Εσένα που φωνάζεις! Σε σένα Μήδεια μιλώ! Φύγε αμέσως! Μαζί με τα παιδιά σου! Και μην αργοπορείς! Εγώ ο ίδιος θα επιβλέψω! Δεν πρόκειται να επιστρέψω στο παλάτι, αν δε σε πετάξω έξω από τη χώρα!
ΜΗΔΕΙΑ
Αλί μου! Χάνομαι η άμοιρη, χάνομαι! Φυσομανώντας με τσακίζουν οι εχθροί. Λιμάνι δεν υπάρχει για μένα να κρυφτώ. Κρέοντα, το ξέρεις, μου κάνεις μεγάλο κακό. Κι όμως εγώ ήρεμα σε ρωτώ : Από τον τόπο σου γιατί με διώχνεις;
ΚΡΕΩΝ
Σε φοβάμαι! Φοβάμαι μην κάνεις της κόρης μου μεγάλο κακό. Την αλήθεια λέω. Είσαι πονηρή. Στο μυαλό σου πλάθεις το κακό ξετρελαμένη που σου πήραν τον άντρα απ’ το κρεβάτι. Άλλωστε εσύ η ίδια δε φοβερίζεις ανοικτά πως θα βλάψεις πεθερό, γαμπρό και νύφη; Θέλω λοιπόν να φυλαχτώ πρίν να είναι αργά. Κάλιο να με μισήσεις τώρα εσύ παρά να φανώ πονετικός και να βαριαναστενάζω.
ΜΗΔΕΙΑ
Αλίμονο μου! Τώρα βλέπω πόσο η ίδια μου η φήμη μ’ έχει βλάψει. Γι’ αυτό ένας μυαλωμένος πρέπει να μαθαίνει τα παιδιά του με μέτρο που να μην ξεπερνά το συνηθισμένο. Οκνηρά θα τα πουν σαν ασχολούνται με θεωρίες κι ο κόσμος θα τα φθονήσει. Αν στον αμόρφωτο πεις νέες σοφίες, τεμπέλη θα σε πει κι όχι σοφό. Κι αν ξεπεράσεις τους σοφούς, δεν θα σου το συγχωρήσουν οι συμπολίτες σου. Αυτή είναι τώρα και η δική μου τύχη. Για τη σοφία μου με φθονούν. Κι ας μην είναι μεγάλη. Εσύ, Κρέοντα, λες πως με φοβάσαι. Δεν έχω λόγω να κάνω κακό σε βασιλιάδες. Μήπως με αδίκησες εσύ; Την κόρη σου πάντρεψες μ’ αυτόν που διάλεξες. Τον άντρα μου μισώ εγώ! Εσύ γνωστικά τα’ κάνες όλα. Γιατί να σου φθονώ την ευτυχία; Ας γίνουν οι γάμοι! Ευτυχείτε εσείς! Κι εγώ ας μείνω εδώ. Κι αν αδικήθηκα, δε θα μιλώ, γιατί ανώτεροί μου μ’ έχουν νικήσει…
ΚΡΕΩΝ
Τα λόγια σου είναι μαλακά, μα έχω το φόβο πως στην ψυχή σου μέσα πλάθεις κανένα κακό. Πιο εύκολα φυλάγεσαι από οξύθυμο παρά απ’ τον πολυμήχανο που μαλακά μιλάει. Φύγε λοιπόν αμέσως! Και λόγια περιττά μη λες. Το πήρα απόφαση! Δεν υπάρχει τρόπος να μείνεις εδώ! Είσαι εχθρός μου!
ΜΗΔΕΙΑ
(Του αγκαλιάζει τα πόδια) Μη! Στα γόνατα προσπέφτω! Στα πόδια σου ορκίζομαι και στη νιόπαντρη σου κόρη!
ΚΡΕΩΝ
Τα λόγια σου χάνεις! Αμετάπειστος είμαι!
ΜΗΔΕΙΑ
Στ’ αλήθεια θα με διώξεις; Τις ικεσίες μου θα τις περιφρονήσεις;
ΚΡΕΩΝ
Γιατί αγαπώ το σπίτι μου κάλιο από σένα!
ΜΗΔΕΙΑ
Πατρίδα! Ω Πατρίδα! Πόσο σε συλλογίζομαι τούτη την ώρα!
ΚΡΕΩΝ
Κι εγώ, ύστερα απ’ τα παιδιά μου, την πατρίδα μου αγαπώ…
ΜΗΔΕΙΑ
Απαίσιο κακό για τον θνητό ο έρωτας.
ΚΡΕΩΝ
Όχι πάντα… Κατά τις περιστάσεις…
ΜΗΔΕΙΑ
Ώ Δία! Τον αίτιο αυτής της συμφοράς μην τον ξεχάσεις.
ΚΡΕΩΝ
(Την σπρώχνει) Ανόητη γυναίκα! Φύγε! Μη βάζεις βάσανα…
ΜΗΔΕΙΑ
Τα βάσανα όλα δικά μου είναι και δεν αντέχω άλλα.
ΚΡΕΩΝ
(Προς τους συνοδούς του) Πιάστε την και σύρτε την έξω!
ΜΗΔΕΙΑ
(Που έχει απομακρυνθεί από τον Κρέοντα) Όχι Κρέοντα! Σε ικετεύω! Μην το κάνεις! Είναι κακό!
ΚΡΕΩΝ
Μας δυσκολεύεις κυρά μου…
ΜΗΔΕΙΑ
Θα φύγω! Δε θέλω πιά να μείνω!
ΚΡΕΩΝ
Καν’ το επιτέλους! Και μην προσπαθείς με το στανιό να μας κάνεις ν’ αλλάξουμε γνώμη.
ΜΗΔΕΙΑ
Σου ζητώ προθεσμία μόνο μια μέρα! Αφού πατέρα δεν έχουν, εγώ πρέπει να σκεφτώ για τα παιδιά μου. Παιδιά είναι. Δεν έχουν ανάγκες; Λυπήσου τα! Έχεις κι εσύ παιδιά. Δεν τ’ αγαπάς; Για μένα δε με νοιάζει. Για κείνα πονώ και κλαίω που τα βρήκε τέτοια συμφορά…
ΚΡΕΩΝ
(Μονολογεί) Στα λόγια είμαι τύραννος. Στην πράξη, καλός και φιλάνθρωπος. Κι αυτό είναι το ελάττωμά μου και το ξέρω. Γιατί έχω πάθει πολλά. Και τώρα το βλέπω πως δεν κάνω καλά, (προς τη Μήδεια) όμως, κυρά μου, ας γίνει αυτό που ζητάς. Μόνο ένα σου λέω : Αν αύριο εσένα και τα παιδιά σου σας δει ο ήλιος σ’ αυτά τα χώματα, θα πεθάνεις! Μέτρησε μόνο καλά αυτά που σου λέω γιατί είναι η γυμνή αλήθεια. Λοιπόν! Μείνει μόνο μια μέρα! Μια μέρα δε σου φτάνει, έτσι πιστεύω, για να πράξεις αυτά που φοβάμαι… (Προσευχή) Καλώ τους χθόνιους θεούς για να με προστατέψουν. Φίδια με ζώνουν και θαρρώ το αίμα μου πως πίνουν. Φλόγες με ζώνουν και θωρώ τις σάρκες μου πως σκίζουν. Έχω φριχτά μετανιώσει που είπα το Ναι στην κακούργα και βάρβαρη τούτη που ήρθε κι έφερε φόβο και πόνο σε τούτη την πόλη. Γι’ αυτό κι εγώ προσεκτικός να είμαι πρέπει…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ
Πολύ φοβάμαι, Κρέοντα, τη μαγική τη δύναμη της μάγισσας της Μήδειας. Φαρμάκι στάζουν τα γλυκά της λόγια.
ΚΡΕΩΝ
Ξέρω! Το καλό φέρνει πάντα θρήνους. Φτάνει μόνο να μην πάθει κακό το παιδί μου που είναι αθώο…
(Ο Κρέων βγαίνει με τη συνοδεία του)
Σκηνή 4
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Άχ, δυστυχισμένη εσύ… Πικραμένη… Που θα πάς… Χωρίς πατρίδα! Δίχως ζεστή αγκαλιά! Ποιός θα σε δεχτεί; Ποιος θα σε σώσει απ’ τα δεινά που σε δέρνουν; Ποιος Θεός σε μισεί και σε σπρώχνει στην άβυσσο;
ΜΗΔΕΙΑ
Οι συμφορές με πολιορκούν! Αυτή είναι η μόνη αλήθεια. Μα όπως σας είπα, η τάξη των πραγμάτων θα χαλάσει! Αυτό μόνο εσείς πρέπει να ξέρετε. Θα πάθουν δεινά οι νιόπαντροι κι ο πεθερός θα στενάξει. Τι νομίζετε; Έτσι τον καλόπιασα μόνο για το τίποτα; Ή για να βγάλω όφελος για τον σκοπό μου; Τον σιχαίνουμαι! Δε θα του μιλούσα ούτε θα τον άγγιζα! Και είδατε πόσο βλάκας είναι! Αντί να με πετάξει έξω απ’ τη χώρα και να μου χαλάσει τα σχέδια, μου ‘δωσε μια μέρα διορία! Μια μέρα! Μου φτάνει! Σε μια μέρα μπορώ τρεις εχθρούς να θανατώσω : πατέρα, κόρη και άπιστο άντρα! Δρόμους θανάτου βλέπω μπροστά μου… Πέστε μου, καλές μου, από ποιόν ν’ αρχίσω; Τι να πρωτοκάνω; Στο νυφικό δώμα να βάλω φωτιά; Ή καθώς θα’ ναι πλαγιασμένοι στο νυφικό κρεβάτι να τους μαχαιρώσω; Δύσκολο το βλέπω. Πως θα μπω στο παλάτι; Κι αν με πιάσουν, τότε θα με θανατώσουν και θα δώσω χαρά στους εχθρούς μου. Καλύτερα η τέχνη που την ξέρω καλά! Θα τους φαρμακώσω! Φαρμάκι! Και τέλος! Ας πούμε πως το ‘κανα. Μετά τι θα γίνει; Ποια πόλη θα με δεχτεί; Ποιος ξένος θα μου προσφέρει καταφύγιο για να γλιτώσω; Δεν υπάρχει για μένα τέτοιος ξένος. Σωστό λοιπόν να περιμένω μήπως δω κάποιο φως. Τότε, στα ύπουλα τους σκοτώνω. Αν όμως με σφίξει η συμφορά και μου πάρει τα μυαλά, τότε δεν ξέρω τι μπορεί να κάνω. Μπορεί ν’ αρπάξω μαχαίρι. Θα τους σφάξω ακόμα κι αν πρόκειται να θανατώσουν κι εμένα. Τέτοια άγρια τόλμη με δέρνει! Ορκίζομαι στην Εκάτη, που την τιμώ πιότερο απ’ όλους τους θεούς γιατί κατοικεί στα βάθη του σπιτιού μου, πως όποιος με πίκρανε δεν πρόκειται να μείνει ατιμώρητος. Πίκρα θα δώσω στο συμπεθεριό. Με πίκρες θα’ απαντήσω στο διωγμό μου. Εμπρός λοιπόν, Μήδεια! Θυμήσου καλά όσα ξέρεις. Σκέψου και σχεδίαζε! Προχώρα σταθερά στο κακό! Έχεις πόλεμο μπροστά σου! Χρειάζεσαι γερή καρδιά! Μην ξεχνάς τις συμφορές σου. Να θυμάσαι πάντα πως είσαι κόρη άξιου πατέρα! Του Ήλιου εγγονή! Ποιος μπορεί να γελάσει μαζί σου; Οι απόγονοι του Σίσυφου; Ή μήπως η καλή του Ιάσονα; Μήδεια! Μια λέξη μόνο για σένα τώρα υπάρχει : Εκδίκηση! Μην ξεχνάς : Γυναικά είσαι! Και η γυναίκα, αν στα καλά φανερώνεται συχνά αδέξια, στα κακά μάστορας είναι αξεπέραστος.
ΧΟΡΟΣ
Ώ ιερά νερά των ποταμών, ανάστροφα τώρα τρέχετε. Και συ δικαιοσύνη ανάποδα πηγαίνεις. Κι όλα στον κόσμο πίσω πάνε. Γιατί στους άντρες ο δόλος αρέσει κι ας κλονίζονται η πίστη και οι όρκοι. Είμαι γυναίκα και γι’ αυτό άδοξη… Όμως η φήμη δοξασμένη τώρα θα με κάμει. Ώ γένος των γυναικών! Τώρα θα σας σκεπάσουν με τιμές και υπόληψη. Φήμη κακή δεν θα μας πιάνει πια. Και οι Μούσες των παλιών τραγουδιστών θα σταματήσουν να ψέλνουν των γυναικών την απιστία. Ο θεός των τραγουδιών, ο Φοίβος, δε χάρισε στο νού μας τη δύναμη να πλάθει το θεϊκό τραγούδι. Τότε θα τραγουδούσαμε κι εμείς των αντρών τις αμαρτίες. Μάρτυρας μας ο Χρόνος που γνωρίζει καλά τη μοίρα αντρών και γυναικών.
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Τρελή από Έρωτα, πατρικό σπίτι αφήνεις και με καϊκι διάβηκες ανάμεσα στους βράχους του Πόντου. Δυστυχισμένη τώρα κατοικείς σε ξένο τόπο. Έχασες το ταίρι σου… Ορφανή από άντρα είναι η κλίνη σου… Σε διατάζουν τώρα ν’ αφήσεις τούτη τη χώρα, καταφρονεμένη.
ΧΟΡΟΣ-ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Ώ Ελλάδα! Ελλάδα δοξασμένη! Ποιος σήμερα σέβεται όρκους και τιμή; Στους ουρανούς πέταξε και χάθηκε η ντροπή… Δυστυχισμένη… Δεν υπάρχει λιμάνι για σένα, σπίτι πατρικό να σε σώσει απ’ τα δεινά. Μόνο στο σπίτι σου τώρα βασίλισσα άλλη πιο δυνατή από σε, πήρε το δικό σου κρεβάτι.
(Μπαίνει ο Ιάσων με τη συνοδεία του : Χορός Αντρών)
ΧΟΡΟΣ ΑΝΤΡΩΝ
Μυρίζω θάνατο μες στο παλάτι… Θάνατο!
ΙΑΣΩΝ
(Τραγουδά πάνω στο πρωτότυπο)
ου νυν κατειδον πρώτον αλλά πολλάκις
τραχειαν οργήν ως αμήχανον κακόν.
σοι γαρ παρόν γην τηνδε και δομους έχειν
κούφως φερούση κρεισσόνων βουλεύματα,
λόγων ματαίων ουνεκ’ εκπεση χθονός.
καμοί μέν ουδέν πραγμα۬ μη παύση ποτέ
λέγουσ’ Ιάσον’ ως κακιστός εστ’ ανήρ˙
α δ’ ές τυράννους εστί σοι λελεγμένα,
παν κέρδος ηγου ζημιουμένη φυγη.
καγώ μεν αιεί βασιλέων θυμουμένων
οργάς αφηήρουν και σ’ εβουλόμην μένειν۠۠
συ δ’ ούκ ανίεις μωρίας, λέγουσ’ αεί
κακως τυράννους˙ τοιγάρ εκπεση χθονός.
[Μετάφραση :
Δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπω
πως ολέθριο κακό είναι η τυφλή οργή.
Έτσι, ενώ θα μπορούσες να μείνεις
σ’ αυτή τη χώρα και σ’ αυτό το σπίτι,
αν έσκυβες μπροστά στους ορισμούς
των ανωτέρων σου, θα σε διώξουν
κι αίτια θα’ ναι τ’ ανοητά σου λόγια…
Για μένα, το ίδιο μου κάνει… Λέγε όσο
θέλεις πως είμαι αισχρός.
Όμως, για όσα είπες ως τώρα για τους
βασιλιάδες, πρέπει να είσαι ευχαριστημένη
που τιμωρείσαι μόνο με εξορία.
Κι εγώ πάντοτε προσπαθούσα να καταπραϋνω
την οργή των βασιλέων, θέλοντας να μείνεις εδώ. Εσύ όμως δεν σταματούσες
τα ανόητα λόγια σου, βρίζοντας τους βασιλιάδες
και γι’ αυτό θα φύγεις από δω.]
ΧΟΡΟΣ ΑΝΤΡΩΝ
Κατειδον πρω… αλλά πολλά…
αμήχανον κακόν… εκπεση χθονός…
ποτέ… ζημιουμένη
φυγη… σύ δ’ ουκ ανίεις…
Χθονός εκπεσειν ηκω,
το σον, γύναι, ως μητ’ αχρήμων…
ενδεής του… ουκ φρονειν ποτε…
ΜΗΔΕΙΑ
Άτιμε άντρα! Άτιε! Βαριά βρισιά βγάζει το στόμα μου για την αισχρή τη διαγωγή σου. Πως μπορείς να στέκεις μπροστά μου; Όλοι σ’ έχουμε μισήσει. Οι θεοί, οι άνθρωποι κι εγώ η δύστυχη. Θαρρείς πως λέγεται θάρρος όταν κοιτάς κατάματα αυτούς που τους έχεις βλάψει; Αναίδεια είναι! Και τίποτ’ άλλο! Η πιο βαριά ασθένεια μέσα στην κοινωνία… Όμως καλά ήρθες. Γιατί θα μπορέσω να σε βρίσω. Να σε κάνω να υποφέρεις. Να ξαλαφρώσω κι εγώ την ψυχή μου.
Σκηνή 5
ΜΗΔΕΙΑ
Όλα θα στα πω απ’ την αρχή. Σ’ έσωσα. Μάρτυρες μου οι Έλληνες, όσοι μαζί μου μπήκανε στην Αργώ. Σ’ έσωσα τότε που σε στείλανε να σπείρεις το χωράφι του θανάτου, έχοντας ζέψει ταύρους που ξερνάγανε φωτιά. Εγώ σκότωσα το Δράκο που φυλούσε ακοίμητος το χρυσόμαλλο δέρας! Τι ήμουν το φως της ανατολής για σένα. Μετά απαρνήθηκα σπίτι, πατέρα, και σ’ ακολούθησα στην Ιωλκό ξετρελαμένη, φλογισμένη απ’ τον Έρωτα…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΤΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Βλέπειν εναντίον ανανδρίαν
νόσων ευτολμία
συνεισέβησαν… σκάφος Αργωον…
ταύρων πεμφθέντα…
Ώ Ζευ, τι δή! Ώ Ζευ, τι δή!
ΜΗΔΕΙΑ
Πείθω τα τέκνα του Πελία να σκοτώσουν τον πατέρα τους. Μόνο και μόνο για πάψεις να φοβάσαι εσύ… Σε ευεργέτησα! Κι εσύ μ’ απαρνήθηκες… Άτιμε!
ΧΟΡΟΣ ΑΝΤΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Σκάφος Αργωον…. Ταύρων πεμφθέντα…
ΜΗΔΕΙΑ
Κι ενώ ήσουν πιά πατέρας, πήρες άλλη γυναίκα…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Σκάφος Αργωον… Ταύρων πεμφθέντα…
ΜΗΔΕΙΑ
Αν δεν είχες παιδιά…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Ώ Ζευ, τι δή! Ώ Ζευ, τι δή!
ΜΗΔΕΙΑ
…ίσως να μπορούσε να συγχωρεθεί ο πόθος γι’ αυτή τη γυναίκα… Είσαι επίορκος! Λοιπόν, τι σκέφτεσαι;
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Σκάφος Αργωον… Ταύρων πεμφθέντα…
ΜΗΔΕΙΑ
Πιστεύεις πως πάψαν να κυβερνούν οι θεοί;
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Σκάφος Αργωον… Ταύρων πεμφθέντα… Ώ Ζευ, τι δή! Ώ Ζευ, τι δή!
ΜΗΔΕΙΑ
Κάποτε τους καλούσες… για μάρτυρες. Ή πως έγιναν απ’ τους θνητούς νέοι νόμοι…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Ή πως έγιναν απ’ τους θνητούς νέοι νόμοι;
ΜΗΔΕΙΑ
…που επιτρέπουν να πατάς τον όρκο που έδωσες;
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Βλέπειν εναντίον ανανδρίαν… Νόσων ευτολμία… συνεισέβησαν…
ΜΗΔΕΙΑ
Ώ δεξί μου χέρι! Που κάποτε το’ παιρνες στα χέρια σου…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Σκάφος Αργωον… Ταύρων πεμφθέντα…
ΜΗΔΕΙΑ
Κι εσείς γόνατά μου, που σας μαγάρισε βρώμικος άντρας…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Ώ Ζευ, τι δή! Ώ Ζευ, τι δή! Μη λησμονείς Ιάσων.
ΜΗΔΕΙΑ
Και ερείπια σωριάστηκαν τώρα τα όνειρά μου… Θα σε ρωτήσω τώρα, σα να ‘σουν φίλος μου: Τι καλό μπορώ να περιμένω από σένα; Που λες να πάω;
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Μήδεια! Όλα τελειώνουν…
ΜΗΔΕΙΑ
Στο πατρικό μου σπίτι που τ’ αρνήθηκα;
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Όλα τελειώνουν πιά, Μήδεια…
ΜΗΔΕΙΑ
Στην πατρίδα μου που την αρνήθηκα κι αυτήν;
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Μήδεια! Μήδεια! Καλαμιά στο βοριά.
ΜΗΔΕΙΑ
Ή να πάω στις δύστυχες κόρες του Πελία; Φαντάσου με πόση χαρά θα με δεχτούν που σκότωσα τον πατέρα τους για σένα! Αυτή είναι η κατάντια μου… Να κερδίσω το μίσος των δικών μου. Κι όλων αυτών που αδίκησα για χάρη σου… Χωρίς να’ χω ανάγκη τους έκανα κακό. Έτσι λοιπόν με πληρώνεις για όσα έχω κάνει για σένα…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Δίχως φίλους, δίχως σπίτι, ολομόναχη…
ΜΗΔΕΙΑ
Μ’ έκανες…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
…με τα παιδιά σου…
ΜΗΔΕΙΑ
…να με ζηλεύουν οι γυναίκες στην Ελλάδα. Αφού έχω άντρα τόσο θαυμάσιο, τόσο πιστό, που με διώχνει απ’ αυτόν τον τόπο, να ζήσω έρημη χωρίς φίλους, ολομόναχη, μόνο με τα παιδιά μου… Τιμή λοιπόν για σένα το νιόγαμπρο, να τριγυρνάμε κυνηγημένα ζώα σε ξένους τόπους, εγώ και τα παιδιά σου… Ώ Δία, γιατί να μπορεί κανείς να δεί το ψεύτικο χρυσάφι και να μη βλέπει τον άνθρωπο τον κακό; Γιατί ξέχασες να του βάλεις σημάδι στο κορμί του;
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Φοβερή κι αγιάτρευτη πληγή, όταν το μίσος χωρίζει δικούς με δικούς…
Σκηνή 6
ΙΑΣΩΝ
Τρικυμία ξεσηκώνουν τα λόγια σου γι’ αυτό κι εγώ σαν τον καλό τιμονιέρη θα ελέγχω τώρα πανιά και τιμόνι για να σου απαντήσω σωστά. Φουσκώνεις πολύ, Μήδεια, τα καλά που μου έκανες. Εγώ πάντως χάρη χρωστώ για το ταξίδι μου μονάχα στην Κύπρη που με βοήθησε. Κι όχι άλλος κανείς άνθρωπος ή θεός. Μολόγα λοιπόν -έξυπνη είσαι!- ότι μονάχα ο Έρωτας σ’ έκανε να ενδιαφερθείς για το κορμί μου.
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ
Ο Ιάσων λέει την αλήθεια!
ΙΑΣΩΝ
Όμως τι σημασία έχει για ποιο λόγο μ’ έσωσες; Ναι, με ωφέλησες! Και κοντά σε με ωφελήθηκες κι εσύ…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ
Ο Ιάσων μιλάει σοφά!
ΙΑΣΩΝ
Πολύ περισσότερο, και θα στο αποδείξω…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ
Πρόσεξε, Μήδεια, τα λόγια του Ιάσωνα.
ΙΑΣΩΝ
Πρώτον, κατοικείς στην Ελλάδα κι όχι σε χώρα βάρβαρη. Ζεις με δικαιοσύνη σύμφωνα με νόμους κι όχι με το νόμο του ισχυρού.
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ
Ζεις στην Ελλάδα!
ΙΑΣΩΝ
Οι Έλληνες σε δοξάσανε για τη σοφία σου!
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ
Σε δοξάσανε οι Έλληνες!
ΙΑΣΩΝ
Αν ζούσες στα μέρη σου, στην άκρη του κόσμου, ποιος θα μιλούσε για σένα;
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ
Ποιος θα μιλούσε;
ΙΑΣΩΝ
Εγώ τουλάχιστον δεν ανταλλάσσω τη φήμη ούτε με χρυσάφι ούτε κι αν ακόμα είχα το χάρισμα να τραγουδώ πιο γλυκά κι απ’ τον Ορφέα. Αυτά λοιπόν είναι τα καλά που σου ‘κάμα… Εσύ άρχισες τον πόλεμο με το φαρμακερό σου στόμα.
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ
Εσύ, Μήδεια, άρχισες τον πόλεμο…
ΙΑΣΩΝ
Κι όσο για τις βρισιές σου που παντρεύτηκα τη βασιλοπούλα, πρωτ’ απ’ όλα φέρθηκα γνωστικά, έπειτα με αγνότητα και τέλος ευεργέτησα εσένα και τα παιδιά μου. Άκουσε με καλά! Ξεχνάς πως ήρθα εδώ εξόριστος από την Ιωλκό; Γεμάτος συμφορές αγιάτρευτες. Λοιπόν, ποια καλύτερη τύχη μπορούσα να βρω από το γάμο μου με τη βασιλοπούλα; Μη βασανίζεις το νού σου και μην πικραίνεσαι. Δεν παντρεύομαι άλλη γιατί τάχα μισώ το κρεβάτι σου είτε πως έχω ερωτοχτυπηθεί είτε να κάνω παιδιά. Αυτά που έχω, με φτάνουν. Και σ’ ευχαριστώ. Το πιο πολύ παντρεύτηκα…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Κούφια λόγια! Κάνει κακό να τ’ ακούς…
ΙΑΣΩΝ
…για να μη μας λείπει τίποτα…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Απ’ το ψέμα χίλιες φορές…
ΙΑΣΩΝ
Μιάς και ο φίλος…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
…σιωπή…
ΙΑΣΩΝ
…εγκαταλείπει τον φτωχό. Κι ακόμα, ν’ αναθρέψω τα παιδιά μου όπως τους αξίζει σε σπίτι δικό μου.
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Ιάσονα, είναι αργά.. Όλα έχουν σφραγιστεί…
ΙΑΣΩΝ
Κι όταν σπείρω νέα παιδιά να τα σμίξω με τα παλιά…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
…με τη μεγάλη σφραγίδα…
ΙΑΣΩΝ
Να κάνω ένα γένος, να ενώσω γενιές…
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
…θεού μοχθηρού και σκληρού…
ΙΑΣΩΝ
…να ευτυχήσω!
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
…για σένα και για τα τέκνα σου… κλάψε, Ιάσων!
ΙΑΣΩΝ – ΤΕΝΟΡΟΙ
Εσύ δεν έχεις ανάγκη από καινούρια παιδιά!
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Κλάψε, Ιάσων… Κλάψε, Ιάσων…
ΙΑΣΩΝ – ΤΕΝΟΡΟΙ
Δεν σου χρειάζονται! Όμως εγώ έχω συμφέρον να βοηθήσω τα παιδιά μας σμίγοντάς τα με τα παιδιά που θα γεννηθούν.
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Η κατάρα πέφτει στα παιδιά σου. Αδύνατη (αδύνατος) είμαι να βοηθήσω όπως θα’ θελα, τι η καρδιά μου στάζει αίμα και χολή…
ΙΑΣΩΝ
Άσκημα έκανα; Σε ρωτώ. Είμαι βέβαιος ότι θα συμφωνήσεις μαζί μου… Όμως εσείς οι γυναίκες η σκέψη σας δεν ξεπερνά το κρεβάτι σας. Αν το χάσετε, τότε το άσπρο το βλέπετε μαύρο. Οι άνθρωποι έπρεπε να’ χουν παιδιά με άλλο τρόπο κι όχι με τις γυναίκες. Έτσι θα ‘ταν ήσυχοι χωρίς συμφορές.
Σκηνή 7
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Καλά τα είπες Ιάσονα. Όμως δε με πείθεις γιατί άδικα παράτησες τη γυναίκα σου.
ΜΗΔΕΙΑ
(Μονολογεί) Είναι αλήθεια ότι δεν συμφωνώ με τους πολλούς. Πιστεύω πως πρέπει να βασανίζεται ο άδικος που έχει την τέχνη να λέει ωραία λόγια για να σκεπάσει τις αδικίες του κι έτσι εγκληματεί. Όμως η σοφία του μεγάλη δεν είναι. (Προς τον Ιάσονα) Κι εσύ μην παριστάνεις τον σεμνό και γλυκομίλητο. Μ’ ένα μου λόγο σε ρίχνω χάμου. Αν δεν ήσουν άτιμος, έπρεπε πρίν κάνεις αυτόν τον γάμο, πρώτα να με έπειθες πως κάνεις καλά κι όχι να κρύβεσαι.
ΙΑΣΩΝ
Πολύ που θα με βοηθούσες! Αφού και τώρα σε τυφλώνει η οργή.
ΜΗΔΕΙΑ
Μη λες ψέματα! Δεν είναι που σ’ ένοιαζε η στάση μου, μα πως με βάρβαρη γυναίκα δεν ήθελες να ζήσεις.
ΙΑΣΩΝ
Σ’ το ξαναλέω. Δεν πήρα τη βασιλοπούλα γιατί ήθελα γυναίκα. Το κάνω μόνο για να σώσω εσένα και τα παιδιά μου.
ΜΗΔΕΙΑ
Δεν τη θέλω εγώ την πικρή ευτυχία που μου προσφέρεις και μου ξεσκίζει την καρδιά.
ΙΑΣΩΝ
Στάσου γνωστική! Πάψε να θεωρείς πως τα καλά είναι κακά και η ευτυχία δυστυχία.
ΜΗΔΕΙΑ
Με περιπαίζεις, Ιάσονα, γιατί εσύ μπήκες τώρα στο παλάτι. Εγώ όμως απροστάτευτη και μόνη πρέπει να φύγω.
ΙΑΣΩΝ
Εσύ είσαι υπεύθυνη γι’ αυτό. Μην τα ρίχνεις σε άλλους.
ΜΗΔΕΙΑ
Τι έκανα; Μήπως εγώ παντρεύτηκα άλλην; Μήπως εγώ σ’ εγκατέλειψα;
ΙΑΣΩΝ
Ανίερες κατάρες ξεστομίζεις για τους άρχοντες.
ΜΗΔΕΙΑ
Για το σπίτι το δικό σου!
ΙΑΣΩΝ
Πολλά είπαμε! Είμαι έτοιμος να σου δώσω ό, τι θες για σένα και τα παιδιά σου να πορευτείς στην εξορία σου. Ακόμα είμαι πρόθυμος να σε συστήσω σε φίλους να σε βοηθήσουν. Γυναίκα! Αν δε δεχτείς την προσφορά μου, ανόητη σε λέω. Όμως αν πνίξεις το θυμό σου, όφελος θα ‘χεις.
ΜΗΔΕΙΑ
Φύλαξε τα λεφτά σου! Δεν τα θέλω! Ούτε τους φίλους σου! Άχρηστα κι ανώφελα είναι τα δώρα που τα προσφέρει κακός άνθρωπος σαν κι εσένα.
ΙΑΣΩΝ
Μάρτυρες βάζω τους θεούς πως ήρθα να σε βοηθήσω, εσένα και τα παιδιά. Όμως εσύ περιφρονείς το καλό που σου προσφέρω. Περιφρονείς αυτούς που σ’ αγαπούν. Γι’ αυτό ετοιμάσου για νέες πίκρες.
ΜΗΔΕΙΑ
Φύγε! Ο νους σου στην κάμαρα της νεόνυμφης γύρνα. Σε καίει ο πόθος. Τρέξε στη νύφη! Το λέω κι ας μ’ ακούσουν οι θεοί : Θα κάνω το γάμο σου έτσι που γάμο δεν θα τον λές…
(Ο Ιάσων βγαίνει μαζί με την ακολουθία του.)
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Αλίμονο στον χτυπημένο απ’ τις σαΐτες του Έρωτα. Τιμή και αρετή κούφια λόγια είναι γι’ αυτόν. Άμποτες να ‘ρθει η Κύπρη η γαληνότατη! Άλλη θεά γλυκύτερη δεν υπάρχει σαν κι αυτήν. Όμως, κυρά μου και δέσποινα, μη μου ρίξεις στην καρδιά σαϊτα στον πόθο βουτηγμένη. Κάλιο να σ’ αγαπά η Φρόνηση, το πιο λαμπρό θεϊκό δώρο στους θνητούς. Κι η Αφροδίτη η φοβερή ας μη με τρελάνει για ξένον άντρα βάζοντας εντός μου άγριους θυμούς. Κάλιο είναι να τιμά τα’ αγαπημένα τα ζευγάρια. Πατρίδα αγαπημένη, σπίτι γλυκό, ας ήτανε να μη βρεθώ σε ξένους τόπους τυλιγμένη στη φτώχεια και τους πικρούς της θρήνους. Αν χάσω την πατρίδα μου, προτιμώ το Χάρο να με πάρει να γλιτώσω μια τέτοια ζωή. Γιατί απ’ όλους τους πόνους ο πιο βαρύς είναι να χάνεις την πατρίδα. Δεν είναι φήμες. Με τα ίδια μας τα μάτια τα είδαμε, Μήδεια. Εσένα κανείς δε σε συμπόνεσε. Ούτε χώρα ούτε φίλοι ενώ εσύ σφαδάζεις μέσα σε τραγικά παθήματα. (Μπαίνει ο Αιγεύς και η συνοδεία του.) Για κείνον που καταφρονεί τους δικούς του, κακός χαμός. Τέτοιος άνθρωπος ποτέ δε θα ‘χει τη δική μου αγάπη.
Σκηνή 8
ΑΙΓΕΥΣ
Χαίρε, Μήδεια! Δέξου αυτή την όμορφή προσφώνηση φίλου.
ΜΗΔΕΙΑ
Ώ, χαίρε και σε σένα Αιγέα, γιέ του Πανδίονος του σοφού. Από ποιόν τόπο έρχεσαι;
ΑΙΓΕΥΣ
Από το πανάρχαιο του Φοίβου το Μαντείο.
ΜΗΔΕΙΑ
Πως και πήγες στο μαντικό ομφαλό της γης;
ΑΙΓΕΥΣ
Πως ν’ αποχτήσω παιδιά. Αυτό ρώτησα.
ΜΗΔΕΙΑ
Για το θεό! Δεν έχεις παιδιά; Άκληρος είσαι;
ΑΙΓΕΥΣ
Κάποιος θεός με κατατρέχει.
ΜΗΔΕΙΑ
Γυναίκα έχεις; Ή μήπως είσαι άγαμος;
ΑΙΓΕΥΣ
Έχω γυναίκα.
ΜΗΔΕΙΑ
Κι ο Φοίβος τι σου είπε;
ΑΙΓΕΥΣ
Χρησμό ανεξήγητο για το ανθρώπινο μυαλό.
ΜΗΔΕΙΑ
Μπορώ να μάθω κι εγώ το θεϊκό χρησμό;
ΑΙΓΕΥΣ
Και βέβαια ναι, αφού χρειάζεται σοφία.
ΜΗΔΕΙΑ
Αφού λοιπόν επιτρέπεται, ας το μάθουμε κι εμείς.
ΑΙΓΕΥΣ
«Το πόδι δεν πρέπει ν’ ακουμπήσει τον ασκό»
ΜΗΔΕΙΑ
Πρίν από ποια πράξη; Και πρίν πας σε ποια χώρα;
ΑΙΓΕΥΣ
Προτού φτάσω στο πατρικό μου σπίτι.
ΜΗΔΕΙΑ
Και γιατί με το καϊκι σου άραξες σε τούτη τη χώρα;
ΑΙΓΕΥΣ
Υπάρχει μου είπαν κάποιος ονόματι Πιτθέας.
ΜΗΔΕΙΑ
Γιός του Πέλοπα! Θεοσεβούμενος!
ΑΙΓΕΥΣ
Σ’ αυτόν πρέπει να μεταφέρω το θεϊκό χρησμό.
ΜΗΔΕΙΑ
Είναι πραγματικά σοφός. Και ειδικός στις μαντείες.
ΑΙΓΕΥΣ
Μα και για μένα αγαπητός σαν αδερφός.
ΜΗΔΕΙΑ
Μακάρι να ευτυχήσεις. Να βρεις αυτό που λαχταράς.
ΑΙΓΕΥΣ
Όμως χλωμή σε βλέπω και μαραμένη. Τι έχεις;
ΜΗΔΕΙΑ
Αιγέα! Άντρας χειρότερος δεν υπάρχει απ’ τον δικό μου.
ΑΙΓΕΥΣ
Τι σου ‘κάνε; Μίλα καθαρά!
ΜΗΔΕΙΑ
Άλλη πήρε γυναίκα…
ΑΙΓΕΥΣ
Τόλμησε να κάνει μια τέτοια ατιμία;
ΜΗΔΕΙΑ
Ναι! Και μένα που άλλοτε μ’ αγαπούσε, τώρα με περιφρονεί.
ΑΙΓΕΥΣ
Τον χτύπησε ο Έρωτας; Ή σε βαρέθηκε;
ΜΗΔΕΙΑ
Μεγάλος έρωτας! Αρνιέται τους δικούς του.
ΑΙΓΕΥΣ
Παράτα τον λοιπόν κι εσύ αφού ανάξιος είναι.
ΜΗΔΕΙΑ
Γαμπρός βασιλικός πάσχισε να γίνει.
ΑΙΓΕΥΣ
Ποιανού κόρη παίρνει;
ΜΗΔΕΙΑ
Του Κρέοντα. Του βασιλιά της Κορίνθου.
ΑΙΓΕΥΣ
Με το δίκιο σου πονάς, κόρη μου.
ΜΗΔΕΙΑ
Χάθηκα. Και τώρα με διώχνουν απ’ την πόλη.
ΑΙΓΕΥΣ
Και ο Ιάσονας; Το δέχεται αυτό; Ανάξιο είναι
ΜΗΔΕΙΑ
Με τα λόγια, όχι. Στην πράξη, ναι.
(Γονατίζει.)
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Μήδεια! Μήδεια! Μήδεια! Μήδεια!
ΜΗΔΕΙΑ
Όρκο κάνω στα γένια σου και στα γόνατά σου! Ικέτισσα γίνομαι…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Βλέπω το χαμό σου και πονώ, Μήδεια…
ΜΗΔΕΙΑ
Σπλαχνίσου με τη βαριόμοιρη…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Ποια Μοίρα κακιά σε κατατρέχει. Δεν υπάρχει θεός για σένα…
ΜΗΔΕΙΑ
Σπλαχνίσου με, μη μ’ αφήνεις έρημη στη εξορία μου…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Κλάψε, Μήδεια. Ποια Μοίρα κακιά…
ΜΗΔΕΙΑ
Δέξου με στη χώρα σου… Έτσι, να σου χαρίσουν οι θεοί παιδιά…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Κλάψε, Μήδεια… Κλάψε, Μήδεια…
(και ΜΠΑΣΟΙ): …σε κατατρέχει.
ΜΗΔΕΙΑ
…κι ευτυχισμένος κάποτε τα μάτια σου να κλείσεις. Ανέλπιστο καλό για σένα είναι που με βρήκες. Τα βότανά μου έχουν δύναμη να χαρίζουν τέκνα σε όσους δεν μπορούν να τ’ αποκτήσουν.
ΑΙΓΕΥΣ
(Τη σηκώνει) Δε σου αρνούμαι αυτή τη χάρη. Πρώτον γιατί σέβομαι τους θεούς κι ύστερα μου τάζεις παιδιά. Έλα στον τόπο μου και θα σε προστατέψω. Όμως δε θα σε πάρω εγώ. Μόνη σου πρέπει να ’ρθεις και θα βρεις ασφάλεια κοντά μου. Φύγε μόνη.
ΜΗΔΕΙΑ
Θα κάνω όπως το λες. Όρκο όμως θέλω από σένα.
]ΑΙΓΕΥΣ
Γιατί, ο λόγος μου δε σου φτάνει;
ΜΗΔΕΙΑ
Μου φτάνει. Όμως με μισεί το σπίτι του Πελία και ο Κρέοντας. Αν δεθείς με όρκο, δεν θα μ’ αφήσεις τότε να με πάρουν. Αν αρκεστώ μόνο στο λόγο σου, αύριο μπορεί να γίνεις φίλος τους και να με παραδώσεις. Τι εγώ δύναμη δεν έχω, ενώ εκείνοι πλούτη έχουν και παλάτια.
ΑΙΓΕΥΣ
Μεγάλη πρόβλεψη δείχνουν τα λόγια σου. Δεν αρνούμαι αν επιμένεις να ορκιστώ. Είναι και για μένα ασφάλεια, γιατί θα ‘χω να το λέω στους εχθρούς σου. Έτσι, πιο ασφαλισμένη θα είσαι. Πες μου, σε ποιους θεούς θέλεις να ορκιστώ;
ΜΗΔΕΙΑ
Στη Γη! Και στον Ήλιο! Πατέρα του πατέρα μου! Όρκο να κάνεις στους θεούς και στο μεγάλο Δία στου Άδη τις βαριές σκιές που κατοικούν βαθιά στη γη, τη Μοίρα μας ορίζουν! Ήλιε! Λούσε με στο Φως!
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ – ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Λούσε μας στο Φως! Διώξε τα σκοτάδια! Τυφλός είναι όποιος πονά… Ο πόνος κλώθει ανήκουστα δεινά. Μέγα Δία, εσένα καλώ! Μην αφήσεις να δουν τα μάτια μου φονικό φριχτό.
ΑΙΓΕΥΣ
Όρκο θα κάνω στους θεούς και στο μεγάλο Δία! Στου Άδη τις βαριές σκιές που κατοικούν βαθιά στη γή, τη Μοίρα μας ορίζουν. Ήλιε, λούσε με στο Φως! (Προς τη Μήδεια) Πως θα κάνω ή δεν θα κάνω ποιο πράγμα;
ΜΗΔΕΙΑ
Πως δε θα με διώξεις ποτέ από τον τόπο σου ούτε θα δεχτείς ποτέ να με παραδώσεις στους εχθρούς μου.
ΑΙΓΕΥΣ
Ορκίζομαι στη Γη και στο λαμπρότατο το φως του Ήλιου! Και σ’ όλους τους θεούς πως είμαι βράχος ακλόνητος σε όσα μου ζητάς.
ΜΗΔΕΙΑ
Σ’ ευχαριστώ. Κι αν πατήσεις τον όρκο σου ποια κατάρα πρέπει τότε να σε βρεί;
ΑΙΓΕΥΣ
Να πάθω όσα παθαίνουν όσοι δε φοβούνται τους θεούς!
ΜΗΔΕΙΑ
Να πας στο καλό! Μόλις τελειώσω αυτά που πρέπει να πράξω εδώ, να με περιμένεις, Αιγέα, στην πόλη σου.
(Οι Ακόλουθοι, οι Αυλικοί και οι Στρατιώτες τραγουδώντας περικυκλώνουν τον Αιγέα που τους οδηγεί προς την Έξοδο.)
ΧΟΡΟΣ ΑΝΔΡΩΝ
Γλυκιά στιγμή του γυρισμού με γεμίζεις με χαρά!
Να φύγω γρήγορα ζητώ, με πνίγει το κακό…
Αιγέα, δώσε προσταγή! Στο πλοίο βιάζομαι να μπω!
Μονάχα οι θεοί μπορούν να πνίξουν τη σφαγή!
Εγώ είμαι θνητός… Σε σπίτι γυρνώ πατρικό.
Θυσία θα κάνω στο βωμό!
(Όλοι έχουν βγεί. Στην τελευταία στιγμή, πάνω στο Αλέγκρο Βιβάτσε, ο Αιγέας στέκεται και στρέφεται προς το Χορό Γυναικών που τραγουδά γι’ αυτόν. Στο τέλος του χορικού, ο Αιγέας βγαίνει απ’ τη σκηνή.)
ΠΡΑΞΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
Σκηνή 9
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
(Προς τον Αιγέα που φεύγει) Άμποτε ο Ερμής ο γιός της Μαίας, προστάτης των οδοιπόρων, να σ’ οδηγήσει καλά ως το παλάτι σου κι όσα ζητάς να γίνουν γιατί έχεις μεγάλη καρδιά, ώ Αιγέα.
ΜΗΔΕΙΑ
Ώ Δια! και σύ ώ Δίκη του Δία! Και συ του Ήλιου το Φως! Φίλες μου, έφτασε η ώρα να νικήσω τους εχθρούς μου! Τη στιγμή που πνιγόμουν μέσα στα πάθη μου, ήρθε αυτός ο άνθρωπος, αληθινό λιμάνι. Σ’ αυτό το λιμάνι θα δέσω σαν το πλοίο στον κάβο, όταν με το καλό φθάσω στης Παλλάδας την πόλη και στην Ακρόπολή! Και τώρα, άκου τα σχέδια μου: Θα ζητήσω να δω τον Ιάσονα. Θα του μιλήσω γλυκά πως συμφωνώ τάχα με τα έργα του. «Καλά έκανες το γάμο» θα του πω. «Καλά που με παράτησες. Για το συμφέρον μας το κάνεις. Καλά τα σκέφτηκες». Θα του ζητήσω μετά να μείνουν τα παιδιά μας εδώ για να μην τα περιπαίζουν στα ξένα κι έτσι να σκοτώσω με δόλο τη νύφη. Θα δώσω στα παιδιά μου να της πάνε δώρο νυφικό αραχνοΰφαντο βουτηγμένο σε φαρμάκι που θα δώσει σ’ αυτήν και σ’ όποιους την αγγίζουν θάνατο φριχτό! Ως εδώ καλά… Για τα μετά βασανίζομαι γιατί δεν ξέρω τι πρέπει να πράξω… Θα σφάξω τα παιδιά μου! Κανένας δεν θα μπορέσει να τα γλιτώσει απ’ τα θανατερά μου χέρια! Έτσι θα ξεριζώσω το σπίτι του Ιάσονα. Φριχτότατο έργο θα κάνω με γερή καρδιά! Και μετά θα φύγω μακριά από τούτο τον τόπο όπου θα χύσω το αίμα των παιδιών μου…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Είναι λόγια του θυμού. Είσαι μάνα, δεν μπορεί να πιστεύεις σε όσα λες…
ΜΗΔΕΙΑ
Φίλες μου, δεν το μπορώ να γελούν με τα πάθη μου οι εχθροί μου.
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Τα παιδιά σου σε τι φταίν;
ΜΗΔΕΙΑ
Εμπρός!
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Μήδεια!
ΜΗΔΕΙΑ
Κι αν ζήσουν, τι καλό θα ιδούν;
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Μόνο το φως τους φτάνει…
ΜΗΔΕΙΑ
Δίχως σπίτι και πατρίδα…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Η μάνα είναι πατρίδα!
ΜΗΔΕΙΑ
Λάθος φριχτό που πίστεψα τον Έλληνα κι άφησα το πατρικό το σπίτι.
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Το φταίξιμο δικό σου…
ΜΗΔΕΙΑ
Όμως με τη βοήθεια του θεού, ο Ιάσων θα πληρώσει σκληρά…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Λυπήσου τα παιδιά σου!
ΜΗΔΕΙΑ
Γιατί ούτε τα παιδιά του πιά θα έχει… Ούτε θ’ αποχτήσει καινούρια από νύφη νεκρή… Αυτή είναι η Μοίρα κι αυτής της δύστυχης απ’ τα δικά μου τα φαρμάκια φριχτό θάνατο να βρεί…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Κλάψε, καρδιά μου, κλάψε… Μας ξεχάσαν οι θεοί… Μέγα Δία, σε καλώ! Σε δοξάζω και βογγώ…
ΜΗΔΕΙΑ
Κανένας να μη με θαρρεί αδύνατη και ήρεμη… Για τους εχθρούς μου σκληρή είμαι. Γλυκιά για όσους μ’ αγαπούν. Άνθρωποι τέτοιο ζούνε με τιμή.
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Αφού μας εμπιστεύτηκες, άκου τι θα σου πούμε κι εμείς. Από σέβας στους νόμους αλλά και για το δικό σου καλό, τέτοιες πράξεις μην κάνεις.
ΜΗΔΕΙΑ
Αλλιώς δεν γίνεται! Αν είχες πάθη τα πάθη τα δικά μου δε θα με συμβούλευες έτσι.
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Και πως θ’ αντέξει η καρδιά σου να σφάξεις τα ίδια τα παιδία σου;
ΜΗΔΕΙΑ
Με φαρμάκι θα γεμίσω έτσι την καρδιά του Ιάσονα…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Φοβάμαι πως το πάθος της τυφλώνει τη σκέψη της. Και τη δική σου δυστυχία δεν την λογαριάζεις;
ΜΗΔΕΙΑ
Εμπρός! Τα λόγια είναι περιττά! (Προς την ΤροφόJ Πήγαινε λοιπόν να φέρεις τον Ιάσονα. Σε σένα εμπιστεύομαι. Κι αν θέλεις το καλό μου, κι αν είσαι κι εσύ γυναίκα, έχετε το στόμα σφαλιστό.
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Ώ Αθηναίοι! Ερεχθείδαι το παλαιόν Όλβιοι! Παιδιά καλότυχων θεών και της ιερής Γης απάτητης από εχθρούς, πανένδοξη σοφία σας τρέφει! Με βήμα αλαφρό περπατάτε μέσα σε αιθέριο κλίμα εκεί που η Αρμονία γέννησε τις Μούσες! Η Αφροδίτη εκεί δροσίζεται στου Κηφισού τα κρυστάλλινα τα νερά όπου αύρες γλυκόπνοες κάμπους και βουνά δροσίζουν. Στολίζουν τα μαλλιά της με στεφάνι αρωματιστό ροδοδάφνης καθώς στέλνει τους Έρωτες να καθίσουν στο πλευρό της Σοφίας και να τη βοηθούν σε κάθε φανέρωμα της Αρετής. Αυτή η πόλη πως θα σε δεχτεί, Μήδεια, σα σκοτώσεις τα παιδιά σου; Εσένα την ανόσια; Η πόλη με τα ιερά ποτάμια, χώρα φιλόξενη για τους καλούς. Σκέψου, σκέψου, σκέψου τα παιδιά σου, πως θα τους μπήξεις το μαχαίρι; Το χέρι σου πως θα τολμήσει τέτοιο φονικό; Προσπέφτουμε στα γόνατα. Σε ικετεύουμε. Μη! Μη σκοτώσεις τα παιδιά σου! Από πού θα πάρεις θάρρος; Πως θα τολμήσει η ψυχή και το χέρι σου τέτοιο κακό να κάνουν στων παιδιών σου την καρδιά; Πως θα μπορέσεις να τα δεις νεκρά και σκοτωμένα; Από σένα τη μάνα τους; Όχι! Δεν θα το μπορέσεις! Τι θα κάνεις όταν τα άμοιρα γονατίσουν μπροστά σου; Θα μπορέσεις τότε (μπαίνει αργά ο Ιάσων συνοδευόμενος απ’ την Τροφό) να βάψεις τα χέρια σου στο αίμα των παιδιών σου;
Σκηνή 10
ΙΑΣΩΝ
Με κάλεσες κι ήρθα. Εγώ δε σ’ αποφεύγω κι ας με μισείς. Πες μου, τι άλλο θέλεις από μένα;
ΜΗΔΕΙΑ
Συμπάθησέ με σε παρακαλώ, Ιάσονα, για όσα είπα. Γλυκιές που ήταν οι κρυφές μας αγάπες… Σ’ έκρυβα, Ιάσονα, Θυμήσου και σου ‘δειχνα το δρόμο να βγαίνεις πάντα νικητής… Γλυκιές ήσαν οι κρυφές μας αγάπες… Γι’ αυτό αν θυμώνω, εσύ πρέπει να με συγχωρείς… Αλήθεια να τρελάθηκα τόσο που να μισώ τους γνωστικούς; Να γίνομαι μισητή στον βασιλιά και στον άντρα μου που για το καλό μου παντρεύεται τη βασιλοπούλα να σπείρει τ’ αδέρφια των παιδιών μου. Λοιπόν, ας μη θυμώνω! Άλλωστε όλα με τη βοήθεια των θεών πάνε καλά! Έχω παιδιά κι είμαστε διωγμένοι απ‘ την Ιωλκό χωρίς φίλους… Αυτά σκέφτηκα, Ιάσονα, κι είπα μέσα μου: Πόσο μυαλωμένος αλήθεια στάθηκες να μας δώσεις αυτή τη συγγένεια! Άμυαλη ήμουνα να μη σου συμπαρασταθώ απ’ την αρχή. Εγώ το κρεβάτι σας θα στρώσω! Κι όλο χάρες τη νύφη θα στολίσω! Γυναίκες όμως είμαστε και δε σου πάει στο άδικο να μου μοιάσεις… Και στις ανοησίες μου ανοησίες κι εσύ να πεις… υποχωρώ γιατί ξέρω πως δεν σκεφτόμουν λογικά… Τώρα σκέφτομαι σωστά! (Γυρίζει κατά το σπίτι και φωνάζει: ) Παιδιά! Παιδιά μου! Τι κάθεστε μέσα; Βγείτε έξω! (Τα παιδιά βγαίνουν συνοδευόμενα απ’ τον Παιδαγωγό) Φιλήστε τον πατέρα σας! Βγάλτε το μίσος απ’ την καρδούλα σας, όπως έκανα κι εγώ. Φιλιωθείτε! Φιλιωθείτε! Με τα χεράκια σας πάρτε το χέρι του… (Ενώ τα παιδιά δίνουν τα χέρια στον πατέρα τους, η Μήδεια στρέφεται προς το κοινό) Ωιμένα! Ωιμέ! Αλίμονο! Σα συλλογίζομαι το τρομερό κακό που μου καίει το μυαλό… Παιδιά μου! Τάχα θα ζήσετε πολύ ν’ απλώνετε τα χέρια σας έτσι… Άμοιρη εγώ τα μάτια μου βουρκώνουνε… Φόβος κατέχει την ψυχή μου… (Αγκαλιάζει τα παιδιά της) Με δάκρυα βρέχω τ’ αγαπημένα σας πρόσωπα που τώρα ξανά με τον πατέρα σας φιλιώνω.
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Δάκρυα και μένα μου πλημμυρίσανε τα μάτια. Άχ, ας σταματήσει εδώ το κακό.
ΙΑΣΩΝ
Αινώ, γύναι, ταδ’, ουδ’, εκείνα μέμφομαι. Επαινώ τα λόγια σου τα τωρινά ξεχνώντας τα παλιά. Βρίσκω πως είναι φυσικός ο θυμός της γυναίκας που την αφήνει ο άντρας της για κάποιαν άλλη, Όμως εσύ άλλαξες τώρα γνώμη. Βλέπω πως σκέφτεσαι σωστά είναι τα έργα του με τη βοήθεια των θεών. Γιατί εσείς και τα’ αδέρφια σας πρώτοι πολίτες θα ‘σαστε στην Κόρινθο. Μεγαλώστε εσείς. Ο πατέρας σας θα φροντίζει για τα υπόλοιπα με τη βοήθεια των θεών. Να γίνετε παλικάρια ξακουστά. Φόβος και τρόμος για τους εχθρούς μου. (Προς τη Μήδεια που του έχει γυρίσει την πλάτη και κλαίει) Μα εσύ γιατί γύρισες το πρόσωπό σου με δάκρυα τα μάτια σου ποτίζεις; Γιατί δε χαίρεσαι με όσα λέω;
ΜΗΔΕΙΑ
Δεν είναι τίποτα… Αυτά τα παιδιά συλλογιέμαι…
ΙΑΣΩΝ
Διώξε το φόβο! Για όλα θα φροντίσω εγώ!
ΜΗΔΕΙΑ
Αυτό θα κάνω! Στα λόγια σου θα στηριχτώ! Όμως η γυναίκα είναι δειλή κι εύκολη στα δάκρυα.
ΙΑΣΩΝ
Τότε γιατί κλαίς για τα παιδιά μας;
ΜΗΔΕΙΑ
Μάνα τους είμαι. Όταν άκουσα τις ευχές σου, φόβος μ’ έπιασε μήπως και δε γίνουν αυτά που σκέφτεσαι. Σου μίλησα πρίν. Τώρα άκου και τα υπόλοιπα: Αφού ο βασιλιάς της Κορίνθου αποφάσισε να με διώξει, τότε ας φύγω μόνη. Ζήτησε απ’ τον Κρέοντα να κρατήσεις εσύ τα παιδιά στη δική σου προστασία.
ΙΑΣΩΝ
Θα δοκιμάσω να το κάνω. Δεν ξέρω αν θα τον πείσω…
ΜΗΔΕΙΑ
Τότε ζήτησε απ’ τη γυναίκα σου να πείσει τον πατέρα της.
ΙΑΣΩΝ
Είμαι σύμφωνος γι’ αυτό. Ελπίζω πως θα την πείσω.
ΜΗΔΕΙΑ
(Μιλώντας στον εαυτό της) Αν μοιάζει με τις άλλες γυναίκες… (Προς τον Ιάσονα) Θα σε βοηθήσω κι εγώ σ’ αυτό. Θα της στείλω με τα παιδιά δώρα ανεκτίμητα! Νυφικό φόρεμα αραχνοϋφαντο και στεφάνι χρυσό! (Προς τις υπηρέτριες) Γρήγορα τρέξτε και φέρτε τα δώρα! Χίλιες φορές ευτυχισμένη θα ‘ναι η νύφη αφού θα πλαγιάσει στο πλευρό σου στολισμένη με τα στολίδια που Ήλιος , ο πατέρας του πατέρα μου, τα χάρισε στους απογόνους του. (Μια σκλάβα φέρνει τα δώρα) Παιδιά μου, πάρτε τα νυφιάτικα δώρα μου να τα πάτε στην ευτυχισμένη νιόπαντρη βασιλοπούλα. Δεν είναι δώρα ευκαταφρόνητα.
ΙΑΣΩΝ
Άμυαλη είσαι, Μήδεια, να σκορπάς τα πλούτη σου. Το παλάτι είναι γεμάτο με χρυσάφι και πέπλα. Μην τα δίνεις. Φύλαξέ τα για σένα. Προτιμώ η γυναίκα μου να τιμήσει με την πράξη της το δικό μου λόγο, παρά με τα δώρα σου.
ΜΗΔΕΙΑ
Κάνεις λάθος! Ακόμα και οι θεοί πείθονται με δώρα. Πιο δυνατό είναι το χρυσάφι για τους θνητούς, παρά χίλια λόγια. Εκείνη τώρα είναι ευτυχισμένη. Χαρές και μεγαλεία της χαρίζουν οι θεοί. Είναι κορίτσι! Είναι βασίλισσα! Για να μην πάνε τα παιδιά μου εξορία, θα της χάριζα την ίδια μου τη ζωή! (Αγκαλιάζει τα παιδιά της) Πηγαίνετε στα λαμπερά παλάτια. Ζητείστε να σας λυπηθεί η καινούρια νύφη του πατέρα σας και δική μου κυρά! Παρακαλέστε την να μην σας διώξουν από δώ και δώστε της τα στολίδια. (Επίσημα) Είναι ανάγκη να γίνει αυτό που σας λέω! Να τα πάρει με τα ίδια της τα χέρια… (Τα σπρώχνει) Τρέξτε γρήγορα. Κι όταν τελειώσετε, ελάτε ξανά κοντά μου να μου φέρετε ευχάριστη είδηση για όσα ποθώ να πετύχω.
(Τα παιδιά απομακρύνονται μαζί με τον Ιάσονα και τον Παιδαγωγό.)
Σκηνή 11
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Πάνε οι ελπίδες μου πια για των παιδιών της τη ζωή. Παίρνουν το δρόμο της σφαγής. Η νύφη, ώ άμοιρη, στεφάνια χρυσά στα χρυσά της μαλλιά θα βάλλει θανατερά στολίδια. Ξεγελασμένη από την θεϊκή τη λάμψη θα βάλει το πέπλο και το στεφάνι το χρυσό, νύφη του Χάρου θα γίνει. Σε τέτοιο θάνατο φριχτό, από τη μοίρα της γραμμένο η δύστυχη θα πέσει. Δε θα γλιτώσει απ’ το χαμό. Και συ, βασιλικέ γαμπρέ, βαριόμοιρε, σε θάνατο ζυγώνεις φριχτό δίχως να το βλέπεις. Κλάψε τα παιδιά σου και τη γυναίκα σου. Δύστυχε Ιάσων, δεν ξέρεις τι σου γράφει η Μοίρα… Μα στενάζω και για σένα, άμοιρη, που τα ίδια τα παιδιά σου θα σφάξεις για ένα κρεβάτι νυφικό.
Σκηνή 12
(Μπαίνει ο Παιδαγωγός με τα παιδιά.)
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Κυρά μου, τα παιδιά σου δεν θα πάνε εξορία! Η νύφη χαρούμενη πήρε τα δώρα και σου κάνει τη χάρη! Όμως εσύ γιατί δεν χαίρεσαι γι’ αυτό;
ΜΗΔΕΙΑ
Ωιμένα!
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Τα νέα είναι καλά, γιατί θρηνείς;
ΜΗΔΕΙΑ
Ωιμένα και πάλι ωιμένα!
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Μήπως άθελα μου σου έφερα κακά νέα; Για καλά τα νόμιζα.
ΜΗΔΕΙΑ
Σ’ άκουσα. Δε φταις εσύ.
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Μα εσύ κλαίς!
ΜΗΔΕΙΑ
Άκουσε, γέρο. Η ανάγκη με κάνει να κλαίω. Εγώ τα σκέφτηκα όλα όσα θα γίνουν με τη βοήθεια των θεών.
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Υπομονή! Ίσως γίνει και για σένα αυτό που γίνεται για τα παιδιά.
ΜΗΔΕΙΑ
Όμως πρίν, θα γίνουν πολλά…
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Δεν είσαι η πρώτη που χάνεις τα παιδιά σου. Θνητή είσαι και πρέπει να υπομένεις.
ΜΗΔΕΙΑ
Αυτό θα κάνω! Πήγαινε να ετοιμάσεις το δείπνο των παιδιών. (Ο Παιδαγωγός φεύγει. Η Μήδεια πλησιάζει αργά προς τα παιδιά της. Τα παίρνει αγκαλιά. Τα χαϊδεύει και τα γεμίζει φιλιά.) Παιδιά μου! Μικρά γλυκά μου παιδιά… Εσείς τώρα έχετε σπίτι και πόλη για να ζήσετε μόνα, χωρίς τη δύστυχη τη μάνα σας. Εγώ διωγμένη πρέπει τώρα να φύγω, σε ξένους τόπους εξόριστη να ζήσω, χωρίς να σας χαρώ πριν σας παντρέψω, να στολίσω με άνθη το νυφικό σας κρεβάτι. Ώ! ταλαίπωρη είμαι! Του κάκου σας μεγάλωσα, του κάκου σας γέννησα με πόνους. Έλπιζα πως θα σταθείτε στο πλευρό μου στη στερνή μου την ώρα να μου κλείσετε τα μάτια. Να με νεκροστολίσετε… Πάνε πια αυτές οι σκέψεις οι γλυκιές, χαθήκανε για μένα… Δίχως εσάς, έρημη και μόνη, μαύρες μέρες με προσμένουν τώρα… Τα ματάκια σας, παιδιά μου, θα πάψουν να βλέπουν τη μάνα σας, αφού κι εσείς θα φύγετε, θ’ αλλάξετε ζωή. Γιατί, καρδούλες μου, έτσι με γλύκα με κοιτάτε; Γιατί στα χείλη σας ανθίζει αυτό το γέλιο το στερνό; Ώιμένα! Ωιμέ! Τι να κάνω; Καλές μου, το θάρρος μου φεύγει βλέποντας τα πρόσωπά τους. Αφήνω τις κακές τις σκέψεις! Θα πάρω μαζί μου τα παιδιά! Τάχα είναι ανάγκη μόνο και μόνο για να πικράνω τον πατέρα του διπλές και τρίδιπλες συμφορές να βάλω στην καρδιά μου; Όχι! Δε θα το κάνω! Όμως, τι μ’ έπιασε ξαφνικά; Ν’ αφήσω τους εχθρούς μου ατιμώρητους να γελούν με τα δικά μου πάθη; Χρειάζεται τόλμη! Να σκληρύνω πρέπει την καρδιά μου! Παιδιά! (Τα σπρώχνει) Μπείτε μέσα! Γρήγορα! (Τα παιδιά φοβισμένα τρέχουν προς το σπίτι.) Όποιος βρίσκει πως η θυσία που θα κάνω είναι ανόσια, να φύγει! Αυτό το χέρι είναι σταθερό! Δε θα δειλιάσει! Άχ, όχι! Δύστυχη Μήδεια… Μην προχωρήσεις σε τέτοιες πράξεις. Λυπήσου τα παιδιά σου… Σε σας ορκίζομαι τώρα, θεοί τιμωροί του Κάτω Κόσμου! Σε σένα, Πλούτωνα, πως δε θ’ αφήσω τους εχθρούς μου να σκοτώσουν με μαρτύρια τα παιδιά μου! Κάλιο να τα σκοτώσω εγώ η ίδια που τα γέννησα! Το τέλος τους είναι γραμμένο! Θάνατος! Και δε θα τον ξεφύγουν! (Σα να βλέπει όραμα.) Και να! Η νύφη τώρα βάζει το στεφάνι, σφαδάζοντας πεθαίνει μες στα πέπλα… Ναι! Το ξέρω! (Ξανασκέφτεται τα παιδιά της κοιτάζοντας προς το σπίτι.) Όμως, ας χαιρετήσω τα παιδιά μου. Πικρό δρόμο τώρα πρόκειται να πάρω εγώ κι αυτά τα δύσμοιρα ακόμα πιο πικρό… (Κάνει νόημα για να βγουν. Τα παιδιά έρχονται διστακτικά κοντά της.) Παιδιά μου! Δώστε μου το δεξί σας χέρι… (Τα σφίγγει στην αγκαλιά της και τα γεμίζει φιλιά) …να το φιλήσει η μάνα σας. Ώ, ακριβό μου χέρι. Ακριβό μου στόμα. Κορμιά ευγενικά, πρόσωπα ωραία, ας είστε καλά εκεί που πάτε… Σ’ αυτόν τον κόσμο δεν έχει για σας ευτυχία. Σας την έχει κλέψει ο πατέρας σας… Ω, αγκάλιασμα γλυκό… Ω, τρυφερά κορμάκια και γλυκιά ανάσα των παιδιών μου. (Τα σπρώχνει ξανά με βία) Γρήγορα! Πηγαίνετε μέσα! (Τα προστάζει να μπουν στο σπίτι) Δε βαστώ άλλο να σας βλέπω… Με γονατίζει η δυστυχία και η συμφορά… (Τα παιδιά μπαίνουν στο σπίτι) Ξέρω καλά το κακό που πρόκειται να κάνω. Όμως ο θυμός νικά τα λογικά μου… Έτσι γίνονται πάντα στους ανθρώπους οι μεγάλες συμφορές…
Σκηνή 13
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Πολλές φορές μπήκα…
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Πολλές φορές μπήκα σε σκέψεις δύσκολες για γυναίκα…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Δύσκολες και λεπτές…
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Όμως σε μερικές από μας η Μούσα μας συντροφεύει και μας χαρίζει σοφία…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Όμως σε μερικές από μας η Μούσα…
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Λέω λοιπόν, ευτυχισμένοι είναι όσοι δεν έχουν παιδιά…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Η Μούσα…
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Ο άτεκνος δεν ξέρει αν τα παιδιά γλυκαίνουν ή πικραίνουν τη ζωή.
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Η Μούσα μας συντροφεύει…
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Κι αυτοί που έχουν παιδιά, τους βασανίζει η έγνοια πώς να τα μεγαλώσουν…
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Μας συντροφεύει…
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
…δίχως να ξέρουν αν μοχθούν για τέκνα καλά ή όχι…
ΜΗΔΕΙΑ
Καλές μου, ώρα πολλή πέρασε κι ακόμα περιμένω να δω τι γίνηκε στο παλάτι. Μα να! Βλέπω ένα δούλο του Ιάσονα να έρχεται λαχανιασμένος. Σίγουρα κάποιο κακό έρχεται να μας πει.
(Μπαίνει λαχανιασμένος ο Αγγελιαφόρος)
Σκηνή 14
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Μήδεια! Μήδεια! Εσύ που’ χεις κάνει έργο φριχτό κι ανόσιο. Φύγε! Φύγε! Πάρε καράβι ή άμαξα και φύγε γρήγορα!
ΜΗΔΕΙΑ
Πες πρώτα τι με κατηγορούν πως έκανα.
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Τα φαρμακερά σου βότανα σκοτώσαν τη βασιλοπούλα και τον Κρέοντα!
ΜΗΔΕΙΑ
Να ζήσεις! Ωραία τα λες! Με τα όμορφα λόγια σου φίλος μου έγινες!
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Άκουσα τάχα καλά; Τι λες; Τρελάθηκες φαίνεται ν’ ακούς φριχτά γεγονότα και συ να χαίρεσαι. Κι ούτε που φοβάσαι…
ΜΗΔΕΙΑ
Μη βιάζεσαι. Άκουσε πρώτα. Όμως πριν, πες πως έγινε το κακό. Πως χαθήκανε; Γιατί, αν ο θάνατός τους ήταν μαρτυρικός, διπλή θα ‘ναι η χαρά μου.
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Όταν είδαμε τα παιδιά σου να μπαίνουν στο παλάτι με τον πατέρα τους, εμείς οι δούλοι χαρήκαμε γιατί σκεφτήκαμε πως φιλιώσατε με τον Ιάσονα. Γεμίζαμε με φιλιά τα παιδιά σου σα μάγουλα και στα ξανθά μαλλιά τους. Εγώ είχα τόση χαρά που τα’ ακολούθησα στα δωμάτια των γυναικών. Η βασιλοπούλα σαν είδε τον Ιάσονα γλύκανε η όψη της. Όμως, σαν πρόσεξε τα παιδιά, γύρισε το κεφάλι με σιχασιά. Τότε ο Ιάσονας της λέει: «Γιατί μισείς τα παιδιά μου; Άφησε το θυμό και στρίψε το κεφάλι. Πρέπει και συ ν’ αγαπάς αυτό που αγαπώ κι εγώ. Δέξου λοιπόν τα δώρα και για χάρη μου παρακάλεσε τον βασιλιά πατέρα σου να μην τα στείλει εξορία». Μόλις εκείνη βλέπει τα δώρα, χάρηκε και λέει στον Ιάσονα: «Θα μιλήσω στον πατέρα μου, έχεις δίκιο». Στη συνέχεια, παίρνει τα πέπλα και τα φορεί. Μετά βάζει το χρυσό στεφάνι στα μαλλιά της. Τα συγυρίζει και καμαρώνει την ομορφιά της στον καθρέπτη. Χαρούμενη τρέχει εδώ κι εκεί, σηκώνεται στις άκρες των ποδιών της κι όλο κοιτάζει στον καθρέπτη. Και ξαφνικά όλα αλλάζουν. Το χρώμα του προσώπου αλλάζει, το κορμί της διπλώνεται και στα δυό και σωριάζεται στην πολυθρόνα.
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Ψέματα! Με γεμίζεις ψέματα!
ΣΟΠΡΑΝΟΙ
Μεγάλη φαντασία έχεις!
ΑΛΤΟΙ
Πάψε ν’ ακούσουμε!
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Μια γριά δούλα που πίστεψε πως το κακό έρχεται απ’ τα πάνω, άρχισε να σκούζει και να καλεί τους θεούς.
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Τέτοιες πράξεις ξέρω πως τις κάνουν μόνο οι θεοί… Μου ‘ρχεται να σκούξω. Ψέματα! Μας γεμίζεις με ψέματα. Κλείσε, Μήδεια, τ’ αυτιά σου.
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Μα εκείνη τώρα βγάζει αφρούς απ’ το στόμα. Τις κόρες των ματιών της στριφογυρίζει.
ΧΟΡΟΣ
Ψέματα λες, για τέτοιες πράξεις φριχτές ο Δίας είναι ικανός, δεν υπάρχει τέτοιος θνητός.
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Κάτασπρη γίνεται λες κι άδειασε όλο της το αίμα… Τότε η γριά δούλα βγάζει κραυγή δεητική…
ΧΟΡΟΣ
Να σκούξω μου ‘ρχεται. Δε θέλω ν’ ακούσω…
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Η νύφη ορμά τώρα να βρει το βασιλιά ενώ η δούλα ψάχνει τον Ιάσονα.
ΧΟΡΟΣ
Όλα γύρισαν ανάποδα για μένα.
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Το σπίτι βούιζε…
ΧΟΡΟΣ
Ήλιε μου! Ήλιε μου! Σένα κράζω!
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
…τρέχει η νύφη κι ενώ άφωνη ήταν, τώρα σκούζει με τα μάτια κλειστά. Διπλό κακό την κυνηγούσε…
ΧΟΡΟΣ
Κάλιο σκοτάδι!
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
…απ’ τη μια στο στεφάνι βγάζει φλόγες…
ΧΟΡΟΣ
Για να μη βλέπω το αίμα!
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
…απ’ την άλλη τα πέπλα της τρώνε τις σάρκες…
ΧΟΡΟΣ
Άχ! πως σπαράζω! Πονώ!
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
…σπαράζει… Προσπαθεί να βγάλει το πύρινο στεφάνι μα εκείνο έχει κολλήσει. Διπλασιάζει τις φλόγες που καίνε τώρα τα χρυσά της μαλλιά.
ΧΟΡΟΣ
Έργα δαιμονικά…
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Η όψη της αλλάζει τόσο που μόνο ο πατέρας μπορεί πιά να γνωρίσει.
ΧΟΡΟΣ
(Προς τη Μήδεια) Πρέπει να πεις ένα ναι ή ένα όχι. Μήδεια, πες μας αν εσύ τα έχεις κάνει ολ’ αυτά τα έργα τα φριχτά…
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Χάθηκαν τα μάτια της, το ωραίο της πρόσωπο γέμισε φωτιά και αίμα…
ΧΟΡΟΣ
Θολώνει το μυαλό. (Προς τον Αγγελιοφόρο) Απίστευτα φριχτά μου φαίνονται τα όσα λες.
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
…ενώ το φαρμάκι έτρωγε τις σάρκες της βαθιά ως να φανούν τα κόκαλα…
ΧΟΡΟΣ
Αθώων αίμα χύνεται…
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Θέαμα φριχτό…
ΧΟΡΟΣ
Γιατί θεοί;
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
…αβάσταχτο.
ΧΟΡΟΣ
Όλα τώρα τελείωσαν. Όλα.
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Τέλος, πέθανε… Όμως εμείς διστάζαμε να την αγγίξουμε. Τότε ο δύστυχος πατέρας μπαίνει ξαφνικά με ορμή και πέφτει πάνω στο λείψανο… Ουρλιάζει…
ΧΟΡΟΣ
Βασιλοπούλα…
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
…καθώς αγκαλιάζει το άψυχο κορμί…
ΧΟΡΟΣ
Βασιλοπούλα…
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
…το φιλεί και λέει…
ΧΟΡΟΣ
Τα αθώα σου μάτια δεν βλέπουν πιά.
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
«Άμοιρο παιδί μου, ποιος θεός σου ’κανε τέτοιο κακό; Ποιος ορφάνεψε τα γηρατειά μου;
ΧΟΡΟΣ
Ω πατέρα έρημε…
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Ωιμένα! Ω θάνατε, έλα να με πάρεις!»
ΧΟΡΟΣ
Μήδεια! Οι θεοί θα σε κάψουν! Όλα τελείωσαν…
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Σαν έπαψε τους θρήνους, κάνει να σηκωθεί όμως δεν μπορεί γιατί τα πέπλα έχουν κολλήσει πάνω του και τον κρατούν σαν τον κισσό που τυλίγει της δάφνης τα κλαριά. Τραβιέται με δύναμη και τότε οι σάρκες του ξεκολλούν και φαίνονται τα κόκαλά του.
ΧΟΡΟΣ
Φρίκη! Φρίκη!
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Τέλος, σωριάζεται και πεθαίνει εκεί δα πάνω στο νεκρό της κόρης του κορμί.
ΧΟΡΟΣ
Το φώς τ’ ουρανού τώρα λιγοστεύει.
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Συμφορά αμέτρητη που θέλει θρήνους και θρήνους.
ΧΟΡΟΣ
Θρηνώ και πονώ βαθιά.
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Για σένα, Μήδεια, τι να πώ; Ξέρεις εσύ πώς να ξεφύγεις.
ΧΟΡΟΣ
Αχ, παιδιά μου έρημα, τέλειωσαν όλα. Όλα μια σκιά.
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Μια σκιά ο άνθρωπος είναι, αυτό το ξέρω.
ΧΟΡΟΣ
Γιατί οι θεοί μας μισούν;
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Κι όσοι περνάνε για σοφοί και αραδιάζουν θεωρίες, ανόητοι είναι.
ΧΟΡΟΣ
Δεν μιλάς, Μήδεια!
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Δεν υπάρχει ευτυχία για τους θνητούς. Κι αν κανείς πλουτίσει, τυχερός είναι μα ποτέ ευτυχισμένος.
(Φεύγει ο Αγγελιοφόρος)
ΧΟΡΟΣ
Μήδεια! Σε φοβάμαι. Άχ, περιμένω ν’ ακούσω…
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Δίκιο έχει ο θεός να τιμωρήσει σήμερα τον Ιάσονα. Όμως εσένα δύστυχη κόρη του Κρέοντα, εσένα κλαίμε. Τώρα χτυπάς την πόρτα του Άδη μόνο και μόνο γιατί άντρα σου πήρες τον Ιάσονα.
ΜΗΔΕΙΑ
Καλές μου φίλες! Η απόφαση πάρθηκε οριστικά! Θα σκοτώσω τα παιδιά μου! Και θα φύγω. Δεν πρέπει να χαθούν από χειρότερο χέρι. Πρέπει να πεθάνουν.
Σκηνή 15
ΜΗΔΕΙΑ
Πρέπει να πεθάνουν – εγώ θα τα σκοτώσω
καρδιά μου ετοιμάσου.
Δεν πρέπει να καθυστερώ
στη Μοίρα και στην Ανάγκη
που μου ζητούν να κάνω έργο φριχτό.
Πρέπει να πεθάνουν – εγώ θα τα σκοτώσω
καρδιά μου ετοιμάσου.
Δύστυχό μου χέρι κι εσύ
πιάσε τώρα το σπαθί
ν’ αρχίσεις καινούρια θλιβερή ζωή.
Πρέπει να πεθάνουν – εγώ θα τα σκοτώσω
καρδιά μου ετοιμάσου.
Μήδεια, βγάλει απ’ το νου
ξέχασε πως τα γέννησες
ξέχασε πως τα λατρεύεις.
ΚΟΡΟ
Μήδεια, βλέπω το χαμό σου και πονώ.
ΜΗΔΕΙΑ
Σήμερα λησμόνησέ τα
κι αύριο κλαις.
Κλάψε, κλάψε Μήδεια
θυμήσου μόνο,
πως κι αν τα σκοτώσεις
στην καρδιά σου πάντα είναι
– είναι για πάντα.
Δεν υπάρχει πιο δύστυχη
από μένα.
(Πηγαίνει με αργά βήματα προς το σπίτι. Ανοίγει τη μεγάλη πόρτα και χάνεται.)
Σκηνή 16
ΧΟΡΟΣ
Ω Γη! Και συ του Ήλιου αχτίνα φωτεινή! Καλύτερα είναι γι’ αυτήν να χαθεί πρίν ν’ απλώσει πάνω στα παιδιά της χέρι διψασμένο για αίμα, χέρι έτοιμο να σφάξει την ίδια της τη σάρκα… Ήλιε, αυτά τα παιδιά είναι δική σου σπορά, μην επιτρέψεις σε άνθρωπο να ποτίσει τη γης με αίμα θεού! Εμπόδισέ την εσύ, Φως, γέννημα του Δία! Δία, σε σένα υψώνω κραυγή – μην επιτρέψεις ανόσια σφαγή! Διώξε απ΄το σπίτι τη φοβερή ερινύα που δαίμονες της συμφοράς την αγριεύουν και την κάνουν να διψάει για αίμα! Μάταια βασανίστηκες για τα παιδιά σου! Μάταια τα γέννησες, εσύ που πέρασες τις Συμπληγάδες! Δυστυχισμένη! Δέρνει η οργή την καρδιά σου και σε σπρώχνει σε άγριο σκοτωμό. Φόνοι συγγενών μολύνουν τη γη με αίμα και κατάρα πέφτει στους θνητούς. Τα σπίτια των φονιάδων οι θεοί χτυπούν με κεραυνούς ώσπου να πληρωθούν οι φόνοι. (Κραυγές των παιδιών) Άκου τις φωνές! Άκου τα παιδιά! Σκούζουν! Ω δυστυχισμένη εσύ, τρισάθλια γυναίκα! (Κραυγές των παιδιών) Πρέπει να μπω μέσα! Πρέπει να γλιτώσω! (Κραυγές παιδιών)
ΠΑΥΣΗ
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Πανάθλια γυναίκα! Δεν είσαι άνθρωπος! Σίδερο και πέτρα είσαι για να σφάξεις με τα ίδια σου τα χέρια τη φύτρα των σπλάχνων σου. Ξέρω μονάχα την Ιώ, από τις παλιές ιστορίες. Μονάχα αυτή σκότωσε τα παιδιά της όταν οι θεοί της πήραν τα λογικά κι αυτή τρέχει και τρέχει. Και πέφτει στη θάλασσα να πνίξει ανόσια τα τέκνα της. Υπάρχει άλλο πιο φριχτό απ’ αυτό;
ΧΟΡΟΣ
Όχι!
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Ω πικρό κρεβάτι της γυναίκας! Πόσους θρήνους έχεις σκορπίσει στους θνητούς.
Σκηνή 18
ΙΑΣΩΝ
(Μπαίνει τρέχοντας.) Γυναίκες! Έγκλημα φριχτό η Μήδεια έκανε! Ξέρετε μήπως που είναι; Μέσα στο σπίτι ή έφυγε;
ΧΟΡΟΣ
Είναι μέσα! Είναι μέσα! Με τα νεκρά παιδιά της…
ΙΑΣΩΝ
Αν θέλει να γλιτώσει την εκδίκηση, πρέπει βαθιά στο χώμα να χωθεί ή με φτερά στα ύψη να πετάξει.
ΧΟΡΟΣ
Στο αίμα, αίμα!
ΙΑΣΩΝ
Βασιλιάδες κανείς δε σκοτώνει ατιμώρητα! Μα δε με νοιάζει για κείνη, όσο για τα παιδιά μου. Αυτή θα λάβει την τιμωρία που της πρέπει.
ΧΟΡΟΣ
Όταν μάθεις, δύστυχε…
ΙΑΣΩΝ
Ήρθα να σώσω τα παιδιά μου, μήπως και πάνω τους θελήσουν να πάρουν εκδίκηση οι συγγενείς του βασιλιά για τα φριχτά εγκλήματα που η μάνα τους έχει κάνει.
ΧΟΡΟΣ
…δύστυχε, την αλήθεια για τα παιδιά σου, κάλιο να μη μάθεις ποτέ την αλήθεια.
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Δύστυχε Ιάσονα, αν ήξερες τι σε περιμένει, έτσι δε θα μίλαγες.
ΙΑΣΩΝ
Μήπως η Μήδεια θέλει και μένα να σκοτώσει;
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Νεκρά τα παιδιά σου! Σφαγμένα απ’ της μάνας του το χέρι…
ΙΑΣΩΝ
Τι ‘ν’ αυτά που λες! Με θανατώνεις!
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Φρόντισε τώρα τα παιδιά σου, σα να μην υπάρχουν…
ΙΑΣΩΝ
Που τα σκότωσε;
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
Άνοιξε τις πόρτες να δείς…
Σκηνή 19
(Ο Ιάσων χτυπά με τις γροθιές του τη μεγάλη πόρτα βγάζοντας άνανθρες κραυγές. Ξαφνικά εμφανίζεται πάνω απ’ το σπίτι ένα άρμα που το σέρνουν δράκοντες με φτερά. Η Μήδεια στητή κρατά τα χαλινάρια. Πλάι της τα σφαγμένα παιδιά.)
ΜΗΔΕΙΑ
Άδικα τις πόρτες χτυπάς! Τους νεκρούς ζητάς ή εμένα τη φόνισσα; Αν με χρειάζεσαι, πες τα με το στόμα γιατί το χέρι σου δεν μπορεί να μ’ αγγίξει! Γιατί ο Ήλιος, ο πατέρας του πατέρα μου, μου πρόσφερε άμαξα απόρθητη για τους κοινούς θνητούς.
ΧΟΡΟΣ
Βλέπω το χέρι του θεού. Βλέπω τα θύματα.
ΙΑΣΩΝ
Δεν υπάρχει γυναίκα πιο μισητή σε μένα, μισητή στους ανθρώπους.
ΧΟΡΟΣ
Βλέπω τα θύματα… Σφαγμένα παιδιά αθώα…
ΙΑΣΩΝ
Εσύ που άντεξες να μπήξεις μαχαίρι στις σάρκες των τέκνων που γέννησες…
ΧΟΡΟΣ
Θύματα οργής θεϊκής.
ΙΑΣΩΝ
Μ’ αφάνισες!
ΧΟΡΟΣ
Πιο μαύρο κρίμα δεν υπάρχει.
ΙΑΣΩΝ
Μου πήρες τα παιδιά μου…
ΧΟΡΟΣ
Αχ, δεν αντέχω, νιώθω φλόγες να με ζώνουν.
ΙΑΣΩΝ
Πως βλέπεις ακόμα τον Ήλιο και τη Γή, ύστερα από έργα τόσο φριχτά κι ανόσια;
ΧΟΡΟΣ
Βλέπω να τρίζουν οι ρίζες της γης!
ΙΑΣΩΝ
Χάσου! Χάσου απ’ τη γη!
ΧΟΡΟΣ
Ακούω πέλματα βαριά… Είναι το τέλος της ζωής…
ΙΑΣΩΝ
Άργησα να δω και να μάθω.
ΧΟΡΟΣ
Το τέλος της γης!
(Μπαίνει διακριτικά ο Αντρικός Χορός –Λαός- και μένει στη σκιά.)
ΙΑΣΩΝ
Τώρα βλέπω και όχι τότε που σε πήρα απ’ το βάρβαρό σου σπίτι και την βάρβαρή σου χώρα για να σε φέρω σε σπίτι ελληνικό.
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Το κακό, Ιάσων, δεν το παίρνεις πίσω…
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Άνοιξε, Γη, στα σκοτάδια να μπω. Νυχτώνει. Έδυσε το φως. Τρίζουν τα θεμέλια της γης.
ΙΑΣΩΝ
Δαίμονας εκδίκησης πήρε τα λογικά σου κι έπεσε επάνω μου.
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Άνοιξε, Γη, στα σκοτάδια να μπω. Τρίζουν τα θεμέλια της γης.
ΙΑΣΩΝ
Τον αδερφό σου τον σκότωσες.
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Τον αδερφό σου τον σκότωσες.
ΙΑΣΩΝ
Και μπήκες στο καράβι με την όμορφη πλώρη, την Αργώ.
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Δεν ωφελούνε τα λόγια. Αργά τα σκέφτηκες.
ΙΑΣΩΝ
Μ’ εγκλήματα ξεκίνησες και πλάγιασες στο πλευρό μου και μου γέννησες παιδιά, για να τα σφάξεις για ένα κρεβάτι νυφικό.
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Τά-τά-τά-τά Βουνά!
Ποτέ Ελληνίδα δεν θα έπραττε έργα τόσο φριχτά!
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Τά-τά-τά-τά Βουνά πονούν!
ΙΑΣΩΝ
Κι εγώ προτίμησα σένα τη βάρβαρη. Γυναίκα ολέθρια.
Σκηνή 20
ΙΑΣΩΝ
Όχι γυναίκα! Λέαινα! Πιο άγρια κι απ’ τη Σκύλα! Όμως άδικα σου μιλώ. Άδικα σε βρίζω, ξεδιάντροπη είσαι! Χάσου όπως είσαι βουτηγμένη μες στο αίμα των παιδιών σου. Για μένα τώρα οι θρήνοι. Άτυχος είμαι. Δεν έχω νύφη να χαρώ ούτε παιδιά που έσπειρα κι ανάστησα… Όλοι νεκροί… Χάθηκα…
ΜΗΔΕΙΑ
Απορώ πως ο Δίας ο πατέρας σου δε φρόντισε να δεις όσα καλά σου έχω κάνει και πως με ξεπλήρωσες εσύ. Περιφρόνησες το κρεβάτι μου. Πως ήθελες λοιπόν χαρούμενα να ζήσεις και να περιπαίζεις; Τα ίδια θα πω και για τη νύφη σου, τη βασιλοπούλα… Κι ο Κρέοντας που δέχτηκε το δεύτερο γάμο, τιμωρήθηκε κι αυτός. Λέγε με λέαινα λοιπόν και Σκύλα! Όμως εγώ φαρμάκωσα την καρδιά σου όπως πρέπει. Πόνεσες κι αυτό μου φτάνει…
ΙΑΣΩΝ
Κι εσύ πονάς. Έχεις κι εσύ στον πόνο μερτικό…
Σκηνή 21
ΜΗΔΕΙΑ
Ο δικός σου πόνος τον δικό μου αλαφρώνει.
ΙΑΣΩΝ
Άμοιρα παιδιά μου, μάνα κακούργα σας έτυχε…
ΜΗΔΕΙΑ
Παιδιά μου, του πατέρα σας τα πάθη σας έχουν αφανίσει.
ΙΑΣΩΝ
Το δικό μου χέρι δεν σκότωσε.
ΜΗΔΕΙΑ
Η ατιμία σου σκότωσε και οι γάμοι σου.
ΙΑΣΩΝ
Τα σκότωσες, αλήθεια, για ένα κρεβάτι;
ΜΗΔΕΙΑ
Μικρό κακό το νομίζεις αυτό για μια γυναίκα;
ΙΑΣΩΝ
Για τη φρόνιμη γυναίκα, ναι. Όμως κι εσύ όλα μαύρα τα ‘βλεπες.
ΜΗΔΕΙΑ
Κοίτα! Κοίτα καλά! Νεκρά είναι! Την καρδιά σου ξεσκίζω…
ΙΑΣΩΝ
Δαίμονες εκδίκησης θα γίνουν και θα σε συντρίψουν.
ΜΗΔΕΙΑ
Ξέρουν οι θεοί ποιος πρώτος άρχισε.
ΙΑΣΩΝ
Ναι, ξέρουν τη βρώμικη ψυχή σου.
ΜΗΔΕΙΑ
Κράτα το μίσος σου για σένα, σιχαίνομαι πια να σ’ ακούω.
ΙΑΣΩΝ
Κι εγώ εσένα… Μια λύτρωση τώρα σου ζητώ.
ΜΗΔΕΙΑ
Κι εγώ το θέλω. Τι πρέπει να κάνω; τι θες να κάνω;
ΙΑΣΩΝ
Θέλω να μ’ αφήσεις να κλάψω και να θάψω τα νεκρά παιδιά μου.
ΜΗΔΕΙΑ
Όχι! Με το δικό μου χέρι θα τα θάψω στο Ναό της Ήρας της Ακραίας! Θα τα πάω, απρόσβλητοι να μείνουν οι τάφοι απ’ τους εχθρούς μου. Και σε τούτη τη χώρα του Σίσυφου.
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Ναό! Ναό!
ΜΗΔΕΙΑ
Θα ορίσω πένθιμες γιορτές…
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Της Ήρας! Στο Ναό της Ήρας!
ΜΗΔΕΙΑ
…και μυστηριακές τελετές για τον ανόσιο φόνο.
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Στη χώρα του Σίσυφου!
ΜΗΔΕΙΑ
Κι εγώ πάω να κατοικήσω στην Αθήνα, στην χώρα του Ερεχθέα!
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Αθήνα!
ΜΗΔΕΙΑ
Μαζί με τον Αιγέα, τον γιο του Πανδίονα!
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Στην Αθήνα! Στο Ναό της Ήρας!
ΜΗΔΕΙΑ
Κι εσύ ντυμένος στις πίκρες, θα ‘χεις τέλος πικρό καθώς σου πρέπει…
Σκηνή 22
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Οι Ερινύες!
ΙΑΣΩΝ
Οι Ερινύες των παιδιών να σε αφανίσουν και η θεά Δίκη που τους φόνους τιμωρεί.
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Τους φόνους!
ΜΗΔΕΙΑ
Και ποιος θεός ή δαίμονας ακούει κάποιος που τους όρκους του πατά;
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Οι Ερινύες φοβερές! Φόβος! Φόβος! Φόβος!
ΙΑΣΩΝ
Βρώμικη γυναίκα! Φόνισσα των παιδιών μου!
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Φόνισσα! Φόνισσα! Φόνισσα!
ΜΗΔΕΙΑ
Τράβα τώρα στο παλάτι τη γυναίκα σου να θάψεις.
ΙΑΣΩΝ
Πηγαίνω έχοντας χάσει τα δυό παιδιά μου.
ΜΗΔΕΙΑ
Δεν είδες ακόμα τίποτα! Περίμενε τα γηρατειά σου και θα δεις!
ΙΑΣΩΝ
Παιδιά μου ακριβά!
ΜΗΔΕΙΑ
Για τη μάνα, όχι για σένα!
ΙΑΣΩΝ
Ακριβά για σένα που τα σκότωσες!
ΜΗΔΕΙΑ
Να σε πονέσω ήθελα!
ΙΑΣΩΝ
Ωιμένα! Ωιμέ! Ο δύστυχος θέλω το στόμα των παιδιών μου να φιλήσω.
ΜΗΔΕΙΑ
Τώρα θρηνείς και φωνάζεις. Τώρα να τα φιλήσεις θέλεις. Χτές όμως τα ‘διωχνες…
ΙΑΣΩΝ
Στο όνομα των θεών! Άφησε με τα τρυφερά τους κορμιά ν’ αγγίξω!
ΜΗΔΕΙΑ
Δε γίνεται! Του κάκου στενάζεις!
(Η Μήδεια φεύγει με το άρμα της.)
Σκηνή 23
ΙΑΣΩΝ
Ώ, Δία, μ’ ακούς;
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Τα πάντα ορίζει ο Δίας απ’ τον Όλυμπο.
ΙΑΣΩΝ
Βλέπεις τι μου κάνει η βλεδυρή λέαινα που τα τέκνα της σκότωσε! Τι μου μένει άλλο παρά να θρηνώ τα παιδιά μου.
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Οι θεοί ορίζουν… Ορίζει ο Δίας…
ΙΑΣΩΝ
Να κράξω τους θεούς να γίνουν μάρτυρες που δε μ’ άφησε ν’ αγγίξω τα νεκρά κορμιά τους…
ΧΟΡΟΣ ΜΙΚΤΟΣ
Έτσι τελειώνει κι αυτή η ιστορία…
ΙΑΣΩΝ
Μακάρι να μην τα ‘σπερνα για να τα δω σφαγμένα από σένα…
(Βγαίνει ο Ιάσων και ο Αντρικός Χορός.)
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Τα πάντα ορίζει ο Δίας απ’ τον Όλυμπο! Και πολλά ανέλπιστα φέρνουν οι θεοί. Κι όσα προσμένουμε τα πιο συχνά δε γίνονται. Όμως για τ’ αναπάντεχα βρίσκουν τρόπους οι θεοί να γίνουν. Έτσι τελειώνει αυτή η ιστορία.
ΤΕΛΟΣ
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ
Με τη σύνθεση μουσικής για το αρχαίο δράμα ασχολούμαι από το 1960, τότε που έγραψα τη μουσική για τις ΦΟΙΝΙΣΣΕΣ του Ευρυπίδη. Έκτοτε το όνειρό μου ήταν να μελοποιήσω όχι μόνο τα χωρικά, όπως συνηθίζεται, αλλά μια ολόκληρη τραγωδία. Κάτι τέτοιο δεν γινόταν μήπως και την αρχαία εποχή; Έπρεπε όμως γι’ αυτό το μέγα εγχείρημα να δοκιμάσω πρώτα τα όπλα μου.
Έτσι, πριν πέντε χρόνια αποφάσισα να συνθέσω την πρώτη μου όπερα σε σενάριο δικό μου. Πρόκειται για τον ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ ή ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ που βασίζεται στην ζωή, την ποίηση και τον τραγικό θάνατο του ομώνυμου μεγάλου Έλληνα ποιητή (1896-1929).
Αργότερα, η Διεύθυνση της Όπερας της Βερόνα (στα 1987) μου παράγγειλε να συνθέσω ένα συμφωνικό μπαλέτο επάνω σε θέματα τραγουδιών μου και του ΖΟΡΜΠΑ, που παρουσιάστηκε στη σκηνή της Arena di Verona στα 1988 και 1990. Την πρώτη φορά, το 1988, στο πρόγραμμα –εκτός από το μπαλέτο μου- υπήρχε η Αΐντα του Βέρντι και η Τουραντό του Πουτσίνι.
Αναθρεμμένος μουσικά με τη συμφωνική μουσική, είχα περιθωριοποιήσει μέσα μου τη γοητεία και τη δύναμη της όπερας. Αισθανόμενος τύψεις γι’ αυτό, έστω και αργά, μετά την πρεμιέρα του ΖΟΡΜΠΑ δήλωσα ότι από δω και στο εξής θα ασχοληθώ αποκλειστικά με το είδος αυτό συνθέτοντας μια ΜΗΔΕΙΑ προς τιμή του Βέρντι, μια ΗΛΕΚΤΡΑ προς τιμή του Πουτσίνι και μια ΕΚΑΒΗ προς τιμή του Μπελίνι.
Δούλεψα επί δύο χρόνια εντατικά, αποκλειστικά. Μετέφρασα το κείμενο του Ευριπίδη στα νέα ελληνικά κάνοντας ελάχιστες αλλαγές. Εισήγαγα πλάι στον γυναικείο χορό και τον ανδρικό με τη μορφή ακολούθων, στρατιωτών, πολιτών, κ.α. για να έχω στη διάθεση μου μια τετράφωνη μικτή χορωδία. Από κει και πέρα προσπάθησα να εξαντλήσω όση μελωδική φλέβα διαθέτω στην προσπάθεια μου να παρακολουθήσω τον Ευρυπίδη στους λαβύρινθους αυτής της πρωτοφανούς ανάλυσης που κάνει στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής. Άλλωστε, αυτό ήταν και το βασικό στοιχείο που με οδήγησε στην επιλογή της ΜΗΔΕΙΑΣ.
Για τον συνθέτη, όπως και για τον συγγραφέα, δε νομίζω ότι μπορεί να υπάρξει πιο συγκλονιστική ‘επιχείρηση’ από το να παρακολουθήσει τις άπειρες διακυμάνσεις της ανθρώπινης προσωπικότητας, τη στιγμή ακριβώς που ο άνθρωπος βρίσκεται πρόσωπο με πρόσωπο με τη Μοίρα του… Η βάρβαρη, η ξεριζωμένη, η παθιασμένη από τον έρωτα και ντροπιασμένη από τον άντρα της, η μάνα που λατρεύει τα παιδιά της και που δεν δέχεται τη ατίμωση της εξορίας, η γυναίκα που οδηγείται στην κορύφωση του πάθους και σκοτώνει τα ίδια της τα σπλάχνα, είναι ίσως κάτι παραπάνω από την τραγωδία ενός προσώπου… Μήπως ο Ευρυπίδης ήθελε μ’ αυτό να ‘μαστιγώσει’ τους ‘πολιτισμένους’ συμπατριώτες του Αθηναίους, καθώς έμπαιναν στον τελικό κατήφορο της παρακμής;
Είμαι ευτυχής γιατί ένα έργο με αυτές τις μουσικές και σκηνικές διαστάσεις έχει την τύχη να παρουσιάζεται με αγάπη. Οι βασικοί συντελεστές και πρωταγωνιστές το αγάπησαν βάζοντας απ’ τη πρώτη στιγμή όλη τους την ψυχή, με πρώτη τη Μήδεια-Κατερίνα Οικονόμου, που φορτώνεται ένα τεράστιο ερμηνευτικό βάρος, καθώς όχι μόνο τραγουδάει, όχι μόνο ερμηνεύει μουσικά αλλά –ίσως πιο σπουδαίο- θα πρέπει να ταυτιστεί με την μοίρα της πιο άτυχης, της πιο τραγικής και δυστυχισμένης γυναίκας που έζησε ποτέ στη γη. Χωρίς να ξεχνά και την πικρή της περηφάνεια…
Την ίδια αγάπη βρήκα και στους δύο βασικούς συντελεστές για το ανέβασμα της όπερας μου: τον Σπύρο Ευαγγελάτο, τον εμπνευσμένο σκηνοθέτη, και τον Λουκά Καρυτινό, ιδανικό ερμηνευτή της συμφωνικής μου μουσικής.
Όλες και όλους τους ευχαριστώ από τα βάθη της ψυχής μου.
(Μίκης Θεοδωράκης, κείμενο από το πρόγραμμα της παρουσίασης της όπερας στο Ηρώδειο, 6 & 8 Ιουλίου 1993.